Τρίτη 28 Ιουνίου 2011

Περί ελληνικότητας.


Εκείνο που η λέξη ελληνικότητα φέρνει αμέσως στο νου είναι η άμεση εμπειρία. H γλώσσα, ο τόπος και η ιστορική μνήμη, αλλά και οι τρόποι που τη χαρακτηρίζουν είναι άμεση εμπειρία. Αυτά είναι πράγματα δεδομένα, που δύσκολα περιγράφονται. Πρόκειται για ζώσες ιστορικές μορφές και για καθημερινή πρακτική. Πρόκειται, με άλλα λόγια, για όλα αυτά που γενικά αντιλαμβανόμαστε ως «πολιτισμικά χαρακτηριστικά». Τα πολιτισμικά χαρακτηριστικά και το πολιτισμικό περιβάλλον προσδιορίζουν σε μεγάλο βαθμό τις ανθρώπινες συμπεριφορές. Οι μακραίωνες εμπειρίες και παραδόσεις του Ελληνισμού μας υποχρεώνουν στη θεώρηση της πολιτισμικής πραγματικότητας ως θεμελιώδους χαρακτηριστικού του. Η κοσμοϊστορικών διαστάσεων παρουσία μας, τα επιτεύγματά μας, οι αγώνες μας, οι επιτυχίες και οι αποτυχίες μας μπορούν να γίνουν κατανοητά ως ιδιαίτερες συμπεριφορές και χαρακτήρες μέσα σε ένα κόσμο μεγάλης πολιτισμικής πολυμορφίας, όπου οι αξίες, οι παραδόσεις και οι αντιλήψεις μπορούν πάντα να αναιρεθούν από το διαφορετικό, το παράδοξο και το τυχαίο.
Όσον αφορά τη γλώσσα, αυτή αποτελεί τη ζώσα ελληνικότητα, της οποίας η παράδοση συνεχίζεται και παραδίδεται σταθερά και μόνιμα κάθε στιγμή. Η γλώσσα αποτελεί το βέβαιο, αλλά άυλο σώμα της παράδοσης και αυτή μας κάνει ικανούς να γνωρίσουμε και να κοινωνήσουμε στην ελληνικότητα. Ιδιαίτερη αξία της ελληνικής γλώσσας είναι η από την αρχαιότητα δομή της, που προσφέρεται στην προσέγγιση του κόσμου ως μεταφυσικής πραγματικότητας. Η ελληνική γλώσσα είναι η γλώσσα της φιλοσοφίας κατ΄ εξοχήν. Αλλά και η ελληνική γραφή είναι μοναδική και γεμάτη ιδιορρυθμίες, που βέβαια αποτελούν στοιχεία ταυτότητας. Μέσα από τη γλώσσα και με τη στήριξή της μπορούμε να αντιληφθούμε την ύπαρξη και τη σημασία του τόπου.
Τόπος, χώρος, χρόνος είναι έννοιες που αποκτούν σημασία με την ανθρώπινη πολιτισμική παρουσία. Αποτελούν δηλαδή πολιτισμικά και κοινωνικά αποτελέσματα. Ο χώρος από άξενος και χαώδης μετατρέπεται σε τόπο με την ανθρώπινη παρουσία. Η αντίληψη για τον τόπο είναι, βέβαια, μία αντίληψη υποκειμενική. Ο τόπος δεν είναι μία συγκεκριμένη οπτική παράσταση, ένας χώρος πού μπορεί να μετρηθεί ή ένα τοπογραφικό σύστημα, αλλά μία διανοητική κατασκευή, μία επέκταση της ατομικής και της συλλογικής ύπαρξης. Ο τόπος περιγράφεται και γίνεται κατανοητός με υποκειμενικό τρόπο. Τίποτε δεν είναι πιο χαρακτηριστικό για την υποκειμενικότητα του τόπου από τις καλλιτεχνικές περιγραφές και τα εγκώμια. Έτσι μπορούμε να καταλάβουμε πόσο βαθιά σχέση έχει ο τόπος με την ταυτότητα, πόσο ουσιαστικά συνδέεται με την ιστορία και με τα συστήματα έκφρασης – γλώσσα, γραφή και τέχνη. Ο τόπος είναι αντικείμενο και εμπειρία, αφού ως παλίμψηστο συσσωρεύει και εκθέτει την ιστορική εμπειρία. Ο τόπος γίνεται συγκεκριμένος ως ιστορική εμπειρία και βοηθά την αντίληψή μας, ώστε αυτή να επιβεβαιωθεί ως ιστορική μνήμη.
Ωστόσο, ο τόπος βρίσκεται μόνιμα σε αμφισβήτηση: κάθε στιγμή κάποια από αυτά τα ίχνη και τα μνημεία της παράδοσης και της ιστορικής εμπειρίας αίρονται από το ετερόδοξο, το αλλότριο και το τυχαίο. Αλλά και ο χρόνος καταστρέφει, ενώ εμείς είμαστε υποχρεωμένοι να διατηρούμε. Τους τελευταίους αιώνες, μάλιστα, βρισκόμαστε αντιμέτωποι, όχι μόνον με τον χρόνο, αλλά και με τη θύελλα μιας πολιτισμικής αλλοτρίωσης.
Η ιστορική μνήμη μας δίνει το μέτρο της κρίσης και της σύγκρισης, μας οδηγεί και μας υποχρεώνει σε μια ατομική στάση, που δεν είναι συγκεκριμένη και δεν είναι δυνατό να περιγραφεί, αλλά θέτει τα όρια και τις κατευθύνσεις των συμπεριφορών. Κάθε πτυχή της συμπεριφοράς μας κάθε ιδιομορφία μας έχουν σχέση με κάποιες ισχνές ιστορικές καταβολές. Η ιστορική μνήμη αποτελεί την πραγμάτωση της ελληνικότητας μέσα στον χρόνο και αν χαθεί, σημαίνει και το χάσιμο της ελληνικότητας. Το ίδιο σημαίνει και κάθε αλλοτρίωση της γλώσσας και του τόπου. Οι αιτιάσεις για το τέλος του Ελληνισμού θα πραγματοποιηθούν μόνο μετά την εξαφάνιση του τελευταίου ίχνους ελληνικότητας.
Η ελληνικότητα βρίσκεται συνεχώς σε συγκριτιστική αντιπαράθεση με άλλες στάσεις και άλλες συμπεριφορές. Η ελληνικότητα θα αντιμετωπίζει μόνιμα το αλλότριο και θα πασχίζει μόνιμα να αφομοιώσει και να εσωτερικεύσει το καινοφανές και το ξένο. Όσοι μιλούν την ελληνική γλώσσα είναι πάντα λίγοι και οι ελληνικές χώρες είναι μικρές σε έκταση, ενώ βρίσκονται σε χώρους αντιπαράθεσης λαών και πολιτισμών. Η ελληνικότητα βρίσκεται, λοιπόν, σχεδόν μόνιμα σε κατάσταση άμυνας και αμφιβολίας, δηλαδή σ’ αυτό που πολύ γενικά και αόριστα ονομάζουμε «κρίση ταυτότητας».
Μέσα από τις συμπεριφορές μας ξεχωρίζουν έτσι η αντίληψή μας για την αξία της προσωπικής ελευθερίας, η περιφρόνηση κάθε οργανωμένης καταπίεσης και η απόρριψη της απαίτησης του λογικού να συλλάβει και να χρησιμοποιήσει το πραγματικό. Αυτό εξηγεί τη μόνιμη τάση μας από το εμπειρικό στο νοητικό και μας οδηγεί στον πλούτο των ιδεών και τη βαθύτητα των αισθημάτων. Πρόκειται με λίγα λόγια για τον ιδιαίτερο εκείνο αυθορμητισμό, την έλλειψη συστήματος και την τάση προς το στιγμιαίο που περιφρονητικά αποκαλούμε «Ρωμηοσύνη». Ξεχωρίζουν, επίσης, η αίσθηση του τραγικού, που υποβάλλει ο μονίμως και πανταχόθεν απειλούμενος ελληνικός χώρος, όπως και η προσέγγισή μας προς τη ζωή και τον κόσμο, που είναι κατά βάση αισθητική, αλλά και αγαπητική και παραμυθητική, όπως και πολλά ακόμη.
Η ελληνικότητα επίσης περιγράφεται και αποφατικά, δηλαδή μπορούμε να πούμε τί δεν είναι. Έτσι, η επίκαιρη πρόταση: «Η Ελλάδα δεν είναι ούτε Δύση, ούτε Ανατολή, ούτε βρίσκεται ανάμεσά τους, αλλά είναι αυτό που είναι», διατυπώνει ουσιαστικά τη διαχρονική κρίση ταυτότητας που μας τυραννά και προτείνει τον δρόμο για την άρση της. Δεν είναι λοιπόν ο ελληνικός χώρος, χώρος ενδιάμεσος μεταξύ Ανατολής και Δύσης, αλλά χώρος ιδιαίτερος, αφού αποτελεί ο ίδιος ένα ιδιαίτερο πολιτισμικό σύνολο. Ανάλογα, η φράση: «Δεν ανήκουμε στη Δύση, αλλά ανήκουμε μόνο σ’ αυτό που είμαστε», απαντά στο γνωστό πολιτικό αίτημα, αλλά και ελευθερώνει τα όρια της ταυτότητάς μας. Όσον αφορά την κρίση ταυτότητας που μας χαρακτηρίζει συνεχώς από τους τελευταίους βυζαντινούς αιώνες, αυτή ξεκινά από την αντιπαράθεσή μας την Δύση, της οποίας όμως έχει εξαντληθεί ο ενδογενής δυναμισμός.
Μέσα από τα ερωτήματα για την γλώσσα, τον τόπο και την ιστορία αναδεικνύονται σύμβολα και πραγματικότητες με ιδιαίτερες και χαρακτηριστικές σημασίες. Η πολιτισμική ιδιαιτερότητα αναγνωρίζεται ως το υπόβαθρο της ελληνικής ζωής. Ο ελληνικός χώρος δεν βρίσκεται ούτε σε Ανατολή, ούτε σε Δύση, αλλά ως ιδιαίτερος αποτελεί την εστία μιας πολιτισμικής επιβεβαίωσης. Η αναγέννηση μέσα από τα χαλάσματα και από τις καταρρεύσεις αποκαλύπτεται ως διήγηση-σύμβολο της ελληνικής ιστορίας. Όλα αυτά είναι πράγματα και νοοτροπίες που υφίστανται αόριστα και χωρίς καταναγκασμό, αλλά μας υπερβαίνουν. Αυτό σημαίνει ότι είμαστε με κάποιο ανεξήγητο τρόπο δεμένοι μαζί τους, με τρόπο που δεν διασπάται και με τρόπους που μας υποχρεώνουν να πράττουμε σε συμφωνία μ’ αυτά.
Απέναντι στην ελληνικότητα βρίσκονται οι σύγχρονες πραγματικότητες της αναγκαστικής και εμπορικής πληροφόρησης και της παγκόσμιας καταναλωτικής αγοράς. Αυτές έχουν κάθε συμφέρον να καλλιεργούν τη λήθη και την αποξένωση και να επιδιώκουν ένα παγκόσμιο και παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον, μέσα στο οποίο δεν θα υπάρχουν αντιστάσεις προς τη χειραγώγηση που επιχειρείται. Πρόκειται για τον παγκόσμιο πολιτισμό, που είναι αδύνατος ως πολιτισμός και που διαδίδεται από την σύγχρονη «Βιομηχανία του Πολιτισμού». Η Βιομηχανία του Πολιτισμού είναι παντού παρούσα μέσα από τα πανίσχυρα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης τα οποία ελέγχει.
Μας λένε ότι η χώρα μας θα πρέπει να εγκαταλείψει τη νοσηρή και έμμονη προσήλωση σε κάποιο παρελθόν που δεν σημαίνει για τους άλλους τίποτα. Μας λένε ότι το μέλλον και η πράξη απαιτούν τη λήθη και τον εκσυγχρονισμό. Η ιστορικότητα θεωρείται ότι είναι μία μορφή καθυστέρησης και μία τροχοπέδη της προόδου και της ανάπτυξης. Πρέπει, λένε, να προσαρμοστούμε, αφού απαλλαγούμε από όλα όσα δυσχεραίνουν την προσαρμογή μας. Ο τόπος παρουσιάζεται να είναι στενός και να εμποδίζει την ανάπτυξη. Αυτοί που προβάλλουν ως παράδειγμα, επιμένουν στο ότι ο χώρος είναι κενός από σημασίες και πεδίο της υποταγής και εκμετάλλευσης της φύσης. Κάθε άλλη αντίληψη θεωρείται αναχρονιστική και επιζήμια.
Δεν πιστεύουμε ότι είναι έτσι. Αντίθετα, είναι απόλυτη ανάγκη να επιχειρήσουμε ένα εκσυγχρονισμό που θα έχει την μορφή που μας αρμόζει. Άλλωστε, η υπέρβαση της καθολικής κρίσης του Ελληνισμού επιβάλλει την αναγέννησή του. Πρέπει να επιχειρήσουμε να επιτύχουμε κάτι ανάλογο με αυτό, που και σε άλλες κρίσιμες στιγμές της ιστορίας μας έχουμε με χαρακτηριστικό τρόπο κατορθώσει. Και, μάλιστα, σε μια εποχή κατά την οποία φαίνεται ότι κορυφώνεται η διαχρονική αντιπαράθεσή μας με την Δύση και αποτυγχάνει η προσπάθειά μας να συμπορευθούμε μαζί της. Παράλληλα, οι ανατολικοί μας γείτονες εκδηλώνουν σαφείς επεκτατικές διαθέσεις εις βάρος μας και απειλούν την εθνική μας ύπαρξη. Μπροστά στις δυσχέρειες του παρόντος ένα εγχείρημα, όπως η αναγέννηση του Ελληνισμού, φαίνεται σε πολλούς ακατόρθωτο. Μόνον μέσα από την ελληνικότητα θα κατορθώσουμε να αντλήσουμε τα αναγκαία για την ένταξη και την επιβίωση μας στον σύγχρονο κόσμο. Μπορεί αυτά να φαίνονται χίμαιρες , άλλος δρόμος όμως δεν υπάρχει.

Τετάρτη 15 Ιουνίου 2011

Η καταστροφή στη Φουκουσίμα απειλεί την Ιαπωνία


Συνεχώς κλιμακώνονται οι ανησυχητικές πληροφορίες για το τί συνέβη και τί συμβαίνει στους αντιδραστήρες του εργοστασίου Φουκουσίμα Daiichi[i], το οποίο επλήγη από το μεγάλο τσουνάμι που προκάλεσε ο σεισμός[ii] στις ανατολικές ακτές της Ιαπωνίας στις 11.3.2011. Ήδη στις αρχές Ιουνίου δηλώθηκε επίσημα πια ότι οι αντιδραστήρες 1,2 και 3 του εργοστασίου Φουκουσίμα Daiichi έχουν φτάσει σε κατάσταση πυρηνικής τήξης και έχει δημιουργηθεί πυρηνική λάβα, η οποία διαρρέει προς τα κάτω τμήματα των κατασκευών, όπου λιμνάζει απειλητικά. Σύμφωνα με τον ιαπωνικό τύπο, αυτό που συνέβη είναι «χειρότερο από την τήξη της καρδιάς του αντιδραστήρα» και αποτελεί  «το χειρότερο ενδεχόμενο ενός πυρηνικού ατυχήματος». Πρόκειται για κατάσταση ανάλογη της καταστροφής στο Τσερνομπίλ, χωρίς όμως ακόμη η διαρροή και η διάχυση ποσών ραδιενέργειας να είναι συγκρίσιμες. Οπωσδήποτε, η εξέλιξη του ατυχήματος συνεχίζεται, ενώ η γύρω περιοχή έχει εκκενωθεί προς το παρόν σε απόσταση 30 χιλιομέτρων[iii], ήδη όμως ανακοινώνεται ότι η πόλη Φουκουσίμα σε απόσταση 60 χιλιομέτρων ενδέχεται να εκκενωθεί και αυτή. Η πιο ανησυχητική είδηση αφορά τη συνέντευξη, που έδωσε στις αρχές Ιουνίου ο Ιάπωνας πολιτικός Ichiro Ozawa στη Wall Street Journal, σύμφωνα με την οποία απειλείται το ίδιο το Τόκιο και τα εκατομμύρια των κατοίκων του σε μια απόσταση 120 χιλιομέτρων από τη Φουκουσίμα. Ο ίδιος παρουσίασε το εφιαλτικό ενδεχόμενο να καταστεί ολόκληρη η Ιαπωνία χώρα μη κατοικήσιμη. Όσο για την απαλλαγή από το πρόβλημα, αυτό φαίνεται να έχει μακρό και άγνωστο μέλλον. Η εταιρεία TEPCO είχε δηλώσει ότι θα φέρει τους αντιδραστήρες σε κατάσταση ψύξης μέχρι τον Οκτώβριο, όμως αυτό πλέον είναι αμφίβολο.

Η προσπάθεια που γίνεται αποσκοπεί στην ψύξη του ρευστού πυρηνικού καυσίμου με νερό, το οποίο γίνεται άκρως ραδιενεργό. Τμήμα του νερού ψύξης διαρρέει και μολύνει συνεχώς το περιβάλλον. Έτσι, παρά τις προσπάθειες να απομονωθεί το ραδιενεργό νερό της ψύξης, η περιοχή γύρω από το εργοστάσιο και η παρακείμενη θαλάσσια έκταση είναι ραδιενεργές. Υπάρχει κίνδυνος περαιτέρω μόλυνσης με αποτέλεσμα να γίνει εξαιρετικά δύσκολη, μακροχρόνια και δαπανηρή κάθε προσπάθεια καθαρισμού σε επίπεδα ασφαλείας.

Είναι παράδοξη η προσήλωση  των Ιαπώνων προς ένα πυρηνικό μέλλον, ώστε η  Ιαπωνία να αποτελεί σήμερα μία από τις χώρες όπου η πυρηνική ενέργεια και οι εφαρμογές της έχουν τη μεγαλύτερη διάδοση. Οι ιαπωνικές πυρηνικές δραστηριότητες έχουν ως βάση τη χρήση του πλέον τοξικού πυρηνικού υλικού που είναι γνωστό: του εμπλουτισμένου πλουτώνιου. Η Ιαπωνία αποτελεί τη μόνη χώρα, που παρά το ότι δεν διαθέτει πυρηνικά όπλα, εμπλουτίζει και επεξεργάζεται πυρηνικά καύσιμα με βάση το πλουτώνιο. Η προσήλωση των Ιαπώνων  ιθυνόντων στην επίλυση του ενεργειακού προβλήματος της Ιαπωνίας με την παραγωγή ενέργειας με πυρηνικά μέσα δημιουργεί ήδη μια πυρηνική απειλή και είναι παράδοξη δεδομένης της ιστορικής εμπειρίας της χώρας αυτής, η οποία είναι η μόνη χώρα που έχει υποστεί πυρηνικό βομβαρδισμό.

Παρά το φοβικό σύνδρομο του πληθυσμού προς  τα πυρηνικά όπλα και την πυρηνική ενέργεια, οι Ιάπωνες πολιτικοί επιδόθηκαν μετά το 1950 σε καλλιέργεια των σχέσεων με τις ΗΠΑ σε επίπεδα στρατηγικού σχεδιασμού πυρηνικού πολέμου. Ανάλογα, ένα πολιτικό-οικονομικό πλέγμα οδήγησε τη χώρα στην εξάρτηση από την πυρηνική ενέργεια. Οι τάσεις αυτές ποτέ δεν έγιναν αντικείμενο πολιτικής διαμάχης και ποτέ δεν συζητήθηκαν κατά τις προεκλογικές αντιπαραθέσεις.

Η παραγωγή ενέργειας με πυρηνικά μέσα ανέρχεται σήμερα στο 29% των ενεργειακών αναγκών της Ιαπωνίας, ενώ σχεδιάζεται να αυξηθεί δραματικά τα επόμενα χρόνια, αφού, πριν την καταστροφή της Φουκουσίμα, τα σχέδια προέβλεπαν την κατασκευή εννέα νέων αντιδραστήρων μέχρι το 2020 και άλλων 14 μέχρι το 2030, ενώ είχε τεθεί σε εφαρμογή πρόγραμμα αύξησης της παραγόμενης ενέργειας από τους υπάρχοντες αντιδραστήρες. Πρόκειται για ένα όνειρο άφθονης ενέργειας που θα παρέχεται μέχρι το απώτερο μέλλον, αφού οι αντιδραστήρες πλουτωνίου μπορούν να εργάζονται με το ίδιο καύσιμο για χιλιάδες χρόνια. Οι Ιάπωνες τεχνοκράτες πίστεψαν έτσι ότι θα μπορούσαν να επιλύσουν για όλα τα μελλοντικά χρόνια το ενεργειακό πρόβλημα της χώρας τους, μιας χώρας με φτωχό φυσικό πλούτο.

Σύμφωνα με άρθρο της Le Monde Diplomaticque του Μαΐου του 2011 η Ιαπωνία είναι η μόνη χώρα στον κόσμο που έχει επιλέξει και έχει αναπτύξει την τεχνολογία των αντιδραστήρων «ταχείας αναπαραγωγής», δηλαδή παραγωγής περισσότερου πλουτωνίου από αυτό που καταναλώνεται. Η τεχνολογία αυτή είναι εξαιρετικά περίπλοκη, δύσκολη και δαπανηρή. Η πυρηνική ενεργειακή ουτοπία υποστηρίχθηκε γενναία από τον ιαπωνικό προϋπολογισμό. Για παράδειγμα: το πυρηνικό συγκρότημα Rokkasho στο Honshu, το κεντρικό νησί της Ιαπωνίας, θα κοστίσει το απίστευτο ποσό των 224 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Αυτό ενδέχεται να είναι και η ακριβότερη ανθρώπινη κατασκευή.

Παρά τις τεράστιες επενδύσεις και την πίστη στην πυρηνική ενεργειακή ουτοπία, η Ιαπωνία βρίσκεται μπροστά στην πιθανότητα μιας οξείας ενεργειακής κρίσης. Από τους 54 αντιδραστήρες που είναι εγκατεστημένοι στην Ιαπωνία, οι 35 βρίσκονται ήδη εκτός λειτουργίας, ενώ οι απομένοντες 19 οδηγούνται βαθμιαία και μέχρι το επόμενο καλοκαίρι σε διακοπή της λειτουργίας τους. Ο σεισμός αχρήστευσε για μεγάλο διάστημα 11 από τους 15 αντιδραστήρες των ακτών του Ειρηνικού, ενώ η παρούσα κρίση δεν προσφέρει τις συνθήκες τις κατάλληλες για την επαναλειτουργία πολλών άλλων σταθμών που δεν λειτουργούν για διάφορους λόγους. Οι λειτουργούντες αντιδραστήρες θα διακόψουν σταδιακά τη λειτουργία τους λόγω κανονικών ελέγχων, αλλά η επαναλειτουργία τους, δεδομένης της πίεσης της κοινής γνώμης[iv], είναι αμφίβολη.

Αποδεικνύεται ότι η τυφλή εμπιστοσύνη στην τεχνολογία και η αντίληψη για την απόλυτη ασφάλεια είναι αυταπάτες[v]. Ήδη τα ανησυχητικά παραδείγματα αφθονούν: Το εργοστάσιο Kashiwazaki το μεγαλύτερο πυρηνικό εργοστάσιο του κόσμου, υπέστη, κατά τη διάρκεια του σεισμού του Μαρτίου, καταπόνηση διπλάσια από αυτή για την οποία έχει σχεδιασθεί. Είναι απλή τύχη το ότι  οι ζημιές που υπέστη δεν κατέληξαν σε πυρηνική τήξη. Το εργοστάσιο Hamaoka, 190 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά του Τόκιο, βρίσκεται πάνω σε σεισμικά ρήγματα και έχει σχεδιασθεί για αντοχή σε μέγεθος σεισμού μικρότερου από τον σεισμό του Μαρτίου. Ανάλογα παραδείγματα μπορούμε να εντοπίσουμε σε όλο τον κόσμο. Ωστόσο, πρόσφατα εκπρόσωπος της επιτροπής ατομικής ενέργειας των ΗΠΑ δήλωσε ανεύθυνα ότι «δεν υπάρχει απολύτως καμία πιθανότητα» για να συμβεί στις ΗΠΑ κάτι παρόμοιο με αυτό που συνέβη στη Φουκουσίμα. Όμως, στην Ιαπωνία, μία χώρα που διαθέτει κορυφαίες επιστημονικές και μηχανολογικές δυνατότητες, συνέβησαν καταστρεπτικά λάθη σε υπολογισμούς, ενώ οι υπεύθυνοι απέκρυψαν στοιχεία, παραπλάνησαν τους ελεγκτές και αγνόησαν τους κανόνες και τους συντελεστές ασφαλείας. Μήπως αυτά δεν μπορούν να συμβούν και στις ΗΠΑ;

Η ανάπτυξη προηγμένης πυρηνικής τεχνολογίας στην Ιαπωνία ακολουθείται από τη δημιουργία τεραστίων προβλημάτων που η τεχνολογική αισιοδοξία είχε αποκρύψει και συνεχίζει να υποβαθμίζει: Οι πυρηνικοί αντιδραστήρες δημιουργούν μεγάλες ποσότητες από πυρηνικά ραδιενεργά κατάλοιπα, τα οποία πρέπει να υποστούν κατεργασίες ή να αποθηκευθούν με ασφάλεια. Αλλά και οι κατεργασίες που είναι δυνατόν να γίνουν δεν απαλλάσσουν τα κατάλοιπα από την ραδιενέργεια που εκπέμπουν. Ήδη, ποσότητες των ραδιενεργών καταλοίπων στον ευρωπαϊκό χώρο είναι τεράστιες και η αποθήκευσή τους έχει γίνει προβληματική. Στην Ιαπωνία, επιπλέον του προβλήματος της αποθήκευσης των ραδιενεργών καταλοίπων[vi], οι κατεργασίες που εφαρμόζονται δεν έχουν την έγκριση της Διεθνούς Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας. Σε επανειλημμένες εκκλήσεις της οι Ιάπωνες υπεύθυνοι απάντησαν με υπεκφυγές. Η Ιαπωνία διαθέτει επίσης περιοχές με τη μεγαλύτερη συγκέντρωση πυρηνικών εγκαταστάσεων στον κόσμο. Οι εγκαταστάσεις αυτές περιλαμβάνουν πυρηνικά εργοστάσια, εργοστάσια εμπλουτισμού πυρηνικών καυσίμων, εργοστάσια επεξεργασίας πυρηνικών καταλοίπων και εγκαταστάσεις αποθήκευσης πυρηνικών καταλοίπων. Η επεξεργασία των πυρηνικών καυσίμων αποδίδει ετησίως 8 τόννους πλουτωνίου ικανού να οπλίσει 1000 πυρηνικές κεφαλές. Υπάρχει οξύ πρόβλημα αποθήκευσης για τα πυρηνικά απόβλητα, τα οποία σήμερα συσσωρεύονται και αποθηκεύονται δίπλα στα πυρηνικά εργοστάσια. Αυτό θα συνεχιστεί αόριστα εάν τα πυρηνικά εργοστάσια της Ιαπωνίας συνεχίσουν να λειτουργούν. Τα ραδιενεργά υγρά που θεωρούνται ότι εκπέμπουν χαμηλά ποσά ραδιενέργειας απελευθερώνονται στον Ειρηνικό Ωκεανό μερικά χιλιόμετρα από τις ακτές. Τα επιτρεπτά επίπεδα ραδιενέργειας είναι πολλές φορές ανώτερα από αυτά που ισχύουν στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ. Τα υπόλοιπα ραδιενεργά υγρά αποθηκεύονται σε εργοστάσια που έχει δυναμικότητα τριών εκατομμυρίων δοχείων. Εκεί θα πρέπει να παραμένουν για τουλάχιστον 300 χρόνια. Τα πιο επικίνδυνα ρευστά που έχουν θερμοκρασίες χιλιάδων βαθμών Κελσίου αποθηκεύονται σε δοχεία υψηλής αντοχής. Αυτό θα κρατήσει μέχρι 50 χρόνια, έως ότου οι θερμοκρασίες τους πέσουν κάτω από τους 500°C. Μετά θα αποθηκευθούν σε βαθιά πηγάδια για να εκπέμπουν ραδιενέργεια για τις επόμενες χιλιετίες. Πρόκειται για μία εφιαλτική πραγματικότητα.

Έχει αποδειχθεί πλέον ότι η τυφλή εμπιστοσύνη στην απόλυτη ασφάλεια είναι μία χίμαιρα. Το όνειρο της άφθονης ενέργειας μετά από πυρηνική σχάση έγινε εφιάλτης. Δεν μένει παρά να καταφύγουμε στις μόνες λύσεις που υπάρχουν και που είναι δοκιμασμένες: στην κοινωνική, οικονομική και περιβαλλοντική αυτάρκεια και στην αειφορία. Αυτό θα επιτευχθεί μόνο με τη δημοκρατική επιλογή των αποφάσεων,  την μετριοπάθεια των απαιτήσεων και τον σεβασμό προς το φυσικό περιβάλλον.


[i]      Πρόκειται για συγκρότημα που διαθέτει έξη αντιδραστήρες κοβαλτίου ταχείας αναπαραγωγής. Είναι ένα από τα μεγαλύτερα του κόσμου. Πλησίον του υπάρχει το εργοστάσιο Φουκουσίμα Dai-ni, το οποίο υπέστη κι αυτό ζημιές χωρίς να δημιουργηθεί πυρηνική τήξη.
[ii]     Ο σεισμός προκάλεσε βλάβες σε οκτώ ακόμη αντιδραστήρες, όλους σε εργοστάσια της ανατολικής ακτής των ιαπωνικών νήσων, όπου υπάρχουν συνολικά 15 πυρηνικοί αντιδραστήρες. Όλοι οι αντιδραστήρες βρίσκονται σήμερα εκτός λειτουργίας.
[iii]     Η ζώνη απαγόρευσης που έχουν ορίσει οι αμερικανικές αρχές, για τις 90.000 του αμερικανικού στρατιωτικού προσωπικού, είναι 80 χιλιόμετρα πέριξ του εργοστασίου.
[iv]    Μεταξύ, άλλων οι δημοτικές αρχές των πόλεων που βρίσκονται στην περιφέρεια των εργοστασίων αντιδρούν στην επαναλειτουργία τους.
[v]     Ο υπεύθυνος των ελέγχων για τα πυρηνικά εργοστάσια της Ιαπωνίας είχε δηλώσει το 1994 «τα εργοστάσια της χώρας μας, τα οποία παράγουν ενέργεια μετά από πυρηνική σχάση έχουν επιτύχει ένα ύψιστο βαθμό ασφαλείας  σε παγκόσμιο επίπεδο».
[vi]    Αθροίζουν στην Ιαπωνία την κολοσσιαία ποσότητα των 12.600 τόννων (2006)