Δευτέρα 10 Δεκεμβρίου 2012

Το δίλημμα της πυρηνικής ενέργειας


 Η ηλεκτρική ενέργεια είναι ο κυρίαρχος τρόπος μεταφοράς και διαμοιρασμού της ενέργειας, που οι σύγχρονες κοινωνίες χρειάζονται ως απαραίτητη προϋπόθεση της ύπαρξής τους. Η ηλεκτρική ενέργεια διαμοιράζεται σήμερα με εκτεταμένα δίκτυα  και φθάνει παντού σχεδόν σε όλη την επιφάνεια του πλανήτη.

Η ηλεκτρική ενέργεια παράγεται με τη βοήθεια της αποδεσμευμένης ενέργειας που περικλείεται στους υδρογονάνθρακες  και τα στερεά καύσιμα, όπως αυτά εξορύσσονται  από τα φυσικά αποθέματα που έχουν συσσωρευτεί  στο υπέδαφος του πλανήτη. Τα αποθέματα αυτά είναι περιορισμένα, δεν ανανεώνονται  και είναι συνεπώς εξαντλήσιμα. Οι υδρογονάνθρακες και τα στερεά καύσιμα αποδίδουν  κατά την καύση τους διοξείδιο του άνθρακος, που είναι υπεύθυνο για την υπερθέρμανση του πλανήτη και το λεγόμενο φαινόμενο του θερμοκηπίου. Αυτό σημαίνει ότι η εκμετάλλευση  αυτής της ενέργειας είναι οικολογικά απαράδεκτη.

Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας είναι αυτές που βρίσκονται σε αφθονία στη φύση  και των οποίων η εκμετάλλευση δεν είναι οικολογικά επιβλαβής. Ανανεώσιμη  είναι η ενέργεια που βρίσκεται στον άνεμο ή στα κύματα της θάλασσας, όπως και η ενέργεια που καταφθάνει στη Γη ως ακτινοβολία του ήλιου. Ανανεώσιμη είναι επίσης και η δυναμική ενέργεια που βρίσκεται στις μάζες από νερό που κατακρατούν λίμνες, όπως και η κινητική ενέργεια των ποταμών. Η δέσμευση και η εκμετάλλευση των πηγών αυτών ενέργειας  δεν επιβαρύνουν το περιβάλλον με ρύπανση, ούτε ενισχύουν το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Ωστόσο, το συμπέρασμα αυτό παραβλέπει την οικολογική επιβάρυνση από τους τρόπους και τις μεθόδους που είμαστε αναγκασμένοι να χρησιμοποιήσουμε για να μετατρέψουμε τη φυσική αυτή ενέργεια σε ηλεκτρική που μπορεί να χρησιμοποιηθεί όπως επιθυμούμε.

Η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από την ενέργεια που αποδεσμεύεται  μετά από πυρηνικές αντιδράσεις, δηλαδή μετά από σχάση ή σύντηξη του πυρήνα του ατόμου φυσικού στοιχείου, αποτελεί  μια νέα τεχνολογία που αναπτύχθηκε μετά το τέλος του τελευταίου πολέμου. Η μεταβολή του πυρήνα του ατόμου ενός στοιχείου είναι δυνατόν να αποδώσει ενέργεια που ενδέχεται να είναι τεράστια. Στην περίπτωση που η μεταβολή του πυρήνα του ατόμου προξενείται  χωρίς έλεγχο σημαίνει στιγμιαία αποδέσμευση τεράστιων ποσών  ενέργειας, πράγμα που μπορεί  να χρησιμοποιηθεί για την καταστροφή.  Αυτή είναι η περίπτωση της κατασκευής ενός πυρηνικού όπλου. Στην περίπτωση της ελεγχόμενης σχάσης του πυρήνα των ατόμων η αποδέσμευση ενέργειας μπορεί να είναι διαχειρίσιμη  και να χρησιμοποιείται για τη παραγωγή π.χ. ατμού για τη περαιτέρω παραγωγή ωφέλιμης ηλεκτρικής ενέργειας. Η ελεγχόμενη πυρηνική σχάση επιτυγχάνεται με τη χρήση ειδικών κατασκευών, των αντιδραστήρων. Η ενέργεια που αποδίδεται μετά από πυρηνική σχάση δεν είναι ανανεώσιμη, αφού χρησιμοποιείται ως καύσιμο το σπάνιο ορυκτό ουράνιο U235 και το τεχνητό κοβάλτιο Κο238.  Όπως χρησιμοποιούνται  σήμερα τα πυρηνικά αυτά καύσιμα μπορούν να αποδώσουν ενέργεια συγκρίσιμη με αυτή που αποδίδουν πολύ μεγαλύτερες ποσότητες στερεών ή αερίων ορυκτών καυσίμων.

Η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας με τη βοήθεια ενέργειας παραγόμενης από πυρηνική σχάση δεν συνεισφέρει στο φαινόμενο του θερμοκηπίου, αφού η πυρηνική σχάση δεν είναι καύση. Η πυρηνική ενέργεια είναι λοιπόν μια λύση στο πρόβλημα της υπερθέρμανσης του πλανήτη.

 Όμως η πυρηνική σχάση έχει ως αποτέλεσμα μεταξύ άλλων και τη παραγωγή ισοτόπων και την αποδέσμευση ακτινοβολιών, που είναι άκρως επικίνδυνες και συνεχίζουν να εκπέμπονται για πολλά χρόνια. Επιπλέον, η πυρηνική αντίδραση σχάσης, εκτός από τη ραδιενέργεια που εκπέμπει αφήνει και ραδιενεργά κατάλοιπα, τα οποία συνεχίζουν να  εκπέμπουν βλαβερές ακτινοβολίες για πάρα πολλά χρόνια. Η διαχείριση των ραδιενεργών καταλοίπων είναι πρόβλημα το οποίο δεν έχει αντιμετωπιστεί και είναι λόγος μόνιμης αντίδρασης από το κοινό και καταφανούς αμηχανίας από μέρους των τεχνικών και των υπευθύνων. Τέλος, το ίδιο το πυρηνικό εργοστάσιο έχει μια ορισμένη διάρκεια λειτουργίας, μετά την οποία όλα τα στοιχεία του μέχρι το τελευταίο τούβλο και την τελευταία βίδα εκπέμπουν επικίνδυνα ποσά ραδιενέργειας.  Επομένως η παραγωγή ενέργειας μέσω πυρηνικής σχάσης δεν είναι αποδεκτή από οικολογική άποψη.

Η παραγωγή ενέργειας από πυρηνική σύντηξη φιλοδοξεί να δεσμεύσει τα τεράστια ποσά ενέργειας που αποδεσμεύει η διαδικασία σύντηξης  στοιχείων για την δημιουργία νέου βαρύτερου στοιχείου. Το φαινόμενο αυτό είναι δυνατόν να συμβεί σε περιβάλλον θερμοκρασίας εκατομμυρίων βαθμών Κελσίου, όπως αυτό στο κέντρο του ήλιου, όπου  αποδεσμεύονται τα  τεράστια ποσά ενέργειας που ακτινοβολεί ο ήλιος. Γίνονται προσπάθειες για την ελεγχόμενη αποδέσμευση τέτοιας ενέργειας ώστε να χρησιμοποιηθεί για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Όμως τα τεχνικά προβλήματα, τα σχετικά με το περιβάλλον ηλιακών θερμοκρασιών και την ελεγχόμενη σύντηξη φαίνονται ανυπέρβλητα. Η σύντηξη αυτή καθεαυτή  δεν παράγει ακτινοβολίες και θεωρητικά  φαίνεται να είναι οικολογικά  αποδεκτή.

Υπάρχουν  σήμερα εγκατεστημένοι 431 πυρηνικοί αντιδραστήρες πυρηνικής σχάσης που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή του 14% της παγκόσμιας κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας. Επιπλέον, βρίσκονται υπό κατασκευή 65 αντιδραστήρες που θα εγκατασταθούν σε διάφορα εργοστάσια παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας ανά τον κόσμο τα αμέσως επόμενα χρόνια.

Τα μέσα ασφάλειας στα εργοστάσια αυτά  υπόκεινται σε κανόνες ασφάλειας που είναι δρακόντειοι αφού το ενδεχόμενο λειτουργικό δυστύχημα ενδέχεται να έχει παγκόσμιες επιπτώσεις. Ωστόσο, από την ανάπτυξη  της πυρηνικής τεχνολογίας μετά τον 2Ο παγκόσμιο πόλεμο έχουν συμβεί 25 περίπου σοβαρά πυρηνικά ατυχήματα με σπουδαιότερα αυτά του Τσερνομπίλ το 1986 και της Φουκουσίμα το 2011.

Η εξάρτηση ορισμένων χωρών από την πυρηνική ενέργεια είναι παράλογα υψηλή και γεννά ερωτηματικά. Η Γαλλία είναι η χώρα με τη μεγαλύτερη στον κόσμο εξάρτηση από την πυρηνική ενέργεια που φθάνει το 76% των αναγκών της. Υψηλή εξάρτηση επίσης παρουσιάζουν η Ιαπωνία,  η Ελβετία και η Ιταλία.

Παρά το πολύ υψηλό κόστος κατασκευής ενός σύγχρονου εργοστασίου παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος, η χρήση της πυρηνικής ενέργειας  θεωρείται και υπολογίζεται ως αποδοτική από πολλές χώρες. Οι λόγοι δεν φαίνεται να είναι πάντα για όλους οι ίδιοι. Ορισμένοι προτιμούν την πυρηνική ενέργεια για να επιτύχουν να αποκτήσουν σχάσιμο πυρηνικό υλικό για στρατιωτικούς σκοπούς.  Άλλοι επιλέγουν την πυρηνικοποίηση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας για οικονομικούς λόγους, ή λόγους κύρους και πολιτικής.

Η πρόσφατη καταστροφή των τεσσάρων αντιδραστήρων στη Φουκουσίμα υποχρέωσε την Ιαπωνία να σταματήσει τους 45 αντιδραστήρες που παράγουν περίπου 30% της συνολικής παραγωγής του ηλεκτρικού ρεύματος που καταναλώνει η χώρα αυτή,  όπως και άλλες χώρες να εγκαταλείψουν όχι μόνο τα σχέδια επέκτασης της πυρηνικής παραγωγής, αλλά και να προγραμματίσουν τη διακοπή λειτουργίας παραγωγικών  εγκαταστάσεων. Η εγκατάλειψη της πυρηνικής ενέργειας από την Ιαπωνία θα κοστίσει πάνω από 600 δις δολλάρια και θα συμπληρωθεί το έτος 2040.  Λίγο μετά την Ιαπωνία, η Γερμανία ανακοίνωσε την εγκατάλειψη των πυρηνικών προγραμμάτων της και την βαθμιαία κατάργηση των πυρηνικών εργοστασίων της. Ακολούθησε η Ελβετία,  η οποία ματαίωσε  το τεράστιο πρόγραμμα ανέγερσης και λειτουργίας νέων πυρηνικών εργοστασίων και ακολουθούν το Βέλγιο και η Ιταλία. Μεγάλα  είναι τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι χώρες που αποφάσισαν να εγκαταλείψουν την πυρηνική ενέργεια. Η Ιαπωνία αναγκάζεται να χρησιμοποιεί πανάκριβες και ρυπογόνες γεννήτριες τροφοδοτούμενες με υγρό καύσιμο,  η Ελβετία αντιμετωπίζει πρόβλημα έλλειψης ηλεκτρικής ενέργειας, ενώ η Γαλλία πήρε την αμφιλεγόμενη απόφαση να περιορίσει την εξάρτησή της  από την πυρηνική ενέργεια και να τη μειώσει από το 75% που είναι σήμερα σε 50% διακινδυνεύοντας μία ενεργειακή κρίση.

Αποτέλεσμα είναι να περιορίζεται κάθε μέρα η εξόρυξη ουρανίου στα διάφορα μεταλλεία ανά τον κόσμο και το πυρηνικό υλικό από τα πυρηνικά όπλα  της πάλαι ποτέ ΕΣΣΔ που παροπλίζει η Ρωσία να μένει αδιάθετο. Ανάλογα έχει πέσει η τιμή του ορυκτού ουράνιου.

Όμως η άρνηση προηγμένων χωρών να συνεχίσουν την επισφαλή συμβίωση με τις πυρηνικές ακτινοβολίες δεν ακολουθήθηκε από τις νέες βιομηχανικές χώρες του υπό κατάργηση παλιού Τρίτου Κόσμου, οι οποίες έχουν παραγγείλει και το 70% των νέων υπό κατασκευή και εγκατάσταση αντιδραστήρων. Πρόκειται κυρίως για τις μεγάλες χώρες που συντομογραφικά καλούνται Bric (Brazil, Russia, India και China). Η Κίνα θα αυξήσει την παραγωγή  ηλεκτρικού ρεύματος  για να στηρίξει την ιλιγγιώδη οικονομική της ανάπτυξη και θα γίνει η μεγαλύτερη αγορά στον κόσμο για πυρηνικό εξοπλισμό για την παραγωγή ενέργειας. Η Ινδία ελπίζει να ξεπεράσει το έλλειμμα που την υποχρεώνει σε καθημερινές διακοπές ρεύματος και να παραγάγει το 50% των αναγκών της σε ηλεκτρικό ρεύμα με πυρηνική ενέργεια.

Ο κύριος λόγος για την εμμονή  στην πυρηνική ενέργεια φαίνεται να είναι οικονομικός. Η ανέγερση νέων πυρηνικών εργοστασίων παραγωγής είναι ακόμη ανταγωνιστική και ας μην έχει λυθεί το πρόβλημα της ρύπανσης και της διαχείρισης των πυρηνικών αποβλήτων και ας πλανάται ο κίνδυνος πυρηνικού ατυχήματος με ανυπολόγιστες συνέπειες... Γιατί με την αύξηση των πυρηνικών εγκαταστάσεων η πιθανότητα ατυχήματος γίνεται βεβαιότητα. Κανείς λογικώς σκεπτόμενος δεν είναι δυνατόν να αποδεχθεί την άποψη ότι η τεχνολογία είναι σε θέση να εμποδίζει τα πυρηνικά ατυχήματα σε μόνιμη βάση.







Κυριακή 2 Δεκεμβρίου 2012

Η φθηνή ενέργεια που θα σώσει τον κόσμο.






Το θαύμα που περιμένουμε μέσα στον ζόφο της κρίσης  φαίνεται να συμβαίνει. Σύμφωνα με θριαμβευτικό άρθρο της έγκυρης  Guardian το θαύμα συμβαίνει ήδη αργά και σταθερά:  έχουν τεθεί οι βάσεις και έχει αρχίσει η εκμετάλλευση των αποθεμάτων πετρελαίου και αερίου που βρίσκονται δεσμευμένα  σε τεράστιες μάζες πετρωμάτων  από αργιλικό σχιστόλιθο . Τα πετρώματα αυτά βρίσκονται στην επιφάνεια και στα βάθη των εδαφών των κεντρικών πολιτειών των ΗΠΑ και σύμφωνα με αξιόπιστους υπολογισμούς περιέχουν δεσμευμένη ποσότητα ενέργειας ικανής να καλύψει τις ανάγκες των ΗΠΑ για τα επόμενα 100 χρόνια και μάλιστα με τους τρέχοντες ρυθμούς κατανάλωσης.

Αυτό σημαίνει μια καινούργια εποχή  ανάπτυξης για την μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, όπως σημαίνει επίσης και κατακλυσμιαίες γεωπολιτικές και πολιτικές αλλαγές για ολόκληρο τον πλανήτη. Κατά την Guardian οι αλλαγές που κυοφορούνται θα είναι ανάλογης σπουδαιότητας με αυτές που προξένησε η πτώση του τείχους του Βερολίνου, ή  η πρόσφατη οικονομική άνοδος των χωρών του πρώην Τρίτου Κόσμου.

Τα αποθέματα που έχουν κατακρατηθεί από τα πετρώματα αργιλικών σχιστόλιθων των  ΗΠΑ είναι σήμερα οικονομικά εκμεταλλεύσιμα δεδομένης της τιμής του αργού πετρελαίου και του αερίου κατά τα τελευταία χρόνια. Η τεχνολογία για την απόσπαση πετρελαίου και αερίου από τους αργιλικούς σχιστόλιθους είναι γνωστή εδώ και δύο αιώνες. Ήδη το 30% των αναγκών των ΗΠΑ σε αέριο προέρχεται από τους αργιλικούς σχιστόλιθους της Βόρειας Ντακότα, της Πεννσυλβάνια, της Δυτικής Βιρτζίνια και πολλών σημείων στα Αππαλάχια. Υπολογίζεται ότι το ποσοστό αυτό θα διπλασιαστεί τα επόμενα 25 χρόνια. Μέσα σε δέκα χρόνια οι ΗΠΑ θα καταστούν ο μεγαλύτερος προμηθευτής  αερίου σε όλο τον κόσμο. Ανάλογα αποθέματα ενέργειας δεσμευμένης σε πετρώματα διαθέτει και ο Καναδάς και ίσως και άλλες χώρες.

Το ενδεχόμενο να γίνουν οι ΗΠΑ ενεργειακά αυτάρκεις θα έχει συγκλονιστικές συνέπειες, που δύσκολα μπορούν σήμερα να προβλεφθούν. Η εξάρτηση των ΗΠΑ από τη Μέση Ανατολή  θα πάψει να έχει τη σημασία που υποχρέωνε τις ΗΠΑ να αντιμετωπίζουν δυναμικά τις απειλές προς τους συμμάχους τους, να διατηρούν τεράστιες στρατιωτικές δυνάμεις και να προσπαθούν μόνιμα να διασφαλίσουν το πετρέλαιο της Μέσης Ανατολής.

Πολλά καθεστώτα σε όλο τον κόσμο θα αισθανθούν ότι οι υδρογονάνθρακες που έχουν την τύχη να παράγουν  δεν θα τους εξασφαλίζουν τα πολιτικά και οικονομικά πλεονεκτήματα στα οποία έχουν εθιστεί. Η υψηλή τιμή του πετρελαίου μάλλον θα καταρρεύσει  αφήνοντας έκθετες τις μοναρχίες της Μέσης Ανατολής και αποδυναμώνοντας τις υπόλοιπες πετρελαιοπαραγωγές χώρες. Τίποτε δεν συνδέει τις ΗΠΑ με τις χώρες αυτές αν μεταβληθούν οι ανάγκες για ενέργεια. Η υποστήριξη που απολαμβάνει το Ισραήλ θα περιορισθεί, ενώ οι ΗΠΑ θα μπορέσουν να χαλαρώσουν τη στρατιωτική τους παρουσία στη Μεσοποταμία και την Κεντρική Ασία. Αυτό μεταξύ άλλων σημαίνει και την ενίσχυση των τάσεων για ένα πολυπολικό κόσμο.

Ιδιαίτερα σημαντικές  θα είναι οι επιπτώσεις της μεταβολής των ενεργειακών αναγκών των ΗΠΑ, για τις νέες βιομηχανικές χώρες  και ειδικότερα για την Κίνα και την Ινδία. Αμφότερες οι χώρες αυτές έχουν αναπτύξει στενή εξάρτηση από τις ενεργειακές πηγές της Μέσης Ανατολής και ενδιαφέρονται ιδιαίτερα για την ασφάλεια της περιοχής αυτής. Η αποδυνάμωση της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας θα τις υποχρεώσει να συμπληρώσουν το κενό. Αμφότερες η Κίνα και η Ινδία ναυπηγούν ήδη στόλους ανοικτής θάλασσας και μάλιστα η Ινδία ναυπηγεί τρία αεροπλανοφόρα. Θα είναι πρόθυμες οι ΗΠΑ να παραχωρήσουν σε άλλες δυνάμεις τη δυνατότητα να τις αντικαταστήσουν;

Αλλά πέρα από το ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση μάλλον θα ωφεληθεί από την οικονομική ανάκαμψη των ΗΠΑ και την ενεργειακή τους αυτάρκεια, η Ρωσία θα είναι ο βέβαιος χαμένος των εξελίξεων. Η Ρωσία είναι σήμερα μια χώρα με έντονη εξάρτηση από τις υψηλές τιμές της ενέργειας και κατ΄ ουσίαν μια χώρα που εξαρτάται απολύτως από την εξαγωγή ενέργειας. Ήδη είναι φανερό ότι οι εξαγωγές αερίου από τις ΗΠΑ την έχουν ζημιώσει. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι η ανάπτυξη του ενεργειακού πεδίου στη θάλασσα του Barents έχει σταματήσει γιατί ο κύριος πελάτης οι ΗΠΑ έχουν περιορίσει τις εισαγωγές τους σε ενέργεια.

Όσον αφορά τη χώρα μας, ίσως η ανερχόμενη σήμερα γεωπολιτική της σημασία υποστεί πλήγμα, αλλά και οι προοπτικές εκμετάλλευσης των ενεργειακών πηγών της ίσως περιοριστούν.

Τέλος, οι προοπτικές για την οικολογική ισορροπία του κλίματος του πλανήτη θα χειροτερεύσουν πολύ περισσότερο από όσο ήδη χειροτερεύουν. Οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν άνετες να τροφοδοτούν με διοξείδιο του άνθρακος την υπερθέρμανση του πλανήτη και την ανατροπή των κλιματικών δεδομένων. Τώρα θα έχουν εξασφαλίσει τα μέσα για να συνεχίσουν την καταναλωτική τους πανδαισία.



Παρασκευή 30 Νοεμβρίου 2012

Ένας αιώνας από τους Βαλκανικούς Πολέμους



Η δεινή οικονομική κρίση που μας ταλανίζει, μας εμπόδισε να δώσουμε την προσοχή που αξίζει στην επέτειο της συμπλήρωσης εκατό χρόνων από τα ιστορικά γεγονότα των Βαλκανικών Πολέμων. Πρόκειται για ιδιαίτερα σημαντική εξέλιξη, η οποία επιβεβαιώνει για τον Νέο Ελληνισμό την εξασφάλιση της θέσης του στο Αιγαίο και την παγίωση της ελληνικής κυριαρχίας στη Μακεδονία.
 Άλλωστε, και η απελευθέρωση της Ελληνικής Θράκης αργότερα, το 1919 και το 1920, δεν θα ήταν δυνατή χωρίς το ελληνικό Αιγαίο και την ελληνική Μακεδονία. Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι είναι ένας από τους εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες, που δημιούργησαν και κατέληξαν στη σύγχρονη πραγματικότητα σφυρηλατώντας την εθνική μας συνείδηση και ταυτότητα.

Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι δεν είναι μόνο η απελευθέρωση του Αιγαίου, της Θεσσαλονίκης, της Μακεδονίας και της Ηπείρου, αλλά και συναρτώνται άμεσα με το μόνιμο χαρακτηριστικό της ελληνικής ιστορίας: τις απειλές για ολοκληρωτικό αφανισμό, αφού είναι ουσιαστικά αγώνας για την επιβίωση του έθνους. Πρόκειται για την αφύπνιση των εθνικισμών των βαλκανικών λαών και την αντιμετώπιση του πανσλαυισμού, εθνικιστικής ιδεολογίας που υποστήριξε η ορθόδοξη σλαυική Ρωσία και ανέλαβε να πραγματοποιήσει η ομόδοξη εθνικιστική Βουλγαρία.Η Ελλάδα αντιμετώπισε τον πανσλαυισμό στην Μακεδονία, όπου  πριν λίγα χρόνια είχε διεξαγάγει τον Μακεδονικό Αγώνα.

Αλλά οι Βαλκανικοί Πόλεμοι αρχικά εστράφησαν κατά της οπισθοδρομικής και καταπιεστικής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η οποία βρισκόταν βέβαια σε μία φάση παρακμής, διέθετε όμως τεράστια μεγέθη και ανάλογους πόρους. Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι απέδειξαν ότι είχε φθάσει η στιγμή που η Οθωμανική Αυτοκρατορία θα έπρεπε να αποσυρθεί από την Ευρώπη και να φροντίσει να συμβιβαστεί με τον σύγχρονο κόσμο.  Για την Ελλάδα οι Βαλκανικοί Πόλεμοι σήμαιναν επιπλέον και την αποφασιστική  φάση  της αντιπαράθεσης με την Βουλγαρία.

Με τους Βαλκανικούς Πολέμους πραγματοποιούνται σε κάποιο βαθμό, χωρίς να ολοκληρώνονται, τα όνειρα και οι ελπίδες της μεγάλης επαναστατικής εθνεγερσίας του 1821. Γιατί το αδύναμο και περιορισμένο εθνικό κράτος, που ίδρυσε στο νότιο ελληνικό χώρο το επαναστατημένο ελληνικό έθνος, δεν έγινε αποδεκτό  παρά ως μία αρχή της απελευθέρωσης ενός πολύ ευρύτερου χώρου, που το γεωγραφικό κέντρο του ήταν, κατά τον Ελευθέριο Βενιζέλο, η νήσος Σκύρος. Το δε πολιτισμικό κέντρο βάρους του Ελληνισμού συνέχιζε να βρίσκεται στη νοερή πρωτεύουσα των Ελλήνων, την Κωνσταντινούπολη. Στις αρχές του κοσμογονικού 20ού αιώνα ίσχυε ακόμη η παρατήρηση του Πλάτωνα πως οι Έλληνες, όπως οι βάτραχοι μετά τη βροχή, συγκεντρώνονται γύρω από τα νερά.

Έτσι, λίγο πριν από τους Βαλκανικούς Πολέμους οι Έλληνες κατοικούσαν γύρω από τον άξονα που ορίζουν οι τρεις θάλασσες της Ρωμιοσύνης: το Αιγαίο η Προποντίδα και ο Εύξεινος. Παράλληλα, ο ακμαίος οικονομικά και δημογραφικά ελληνικός κόσμος συγκεντρώνονταν γύρω από τον άξονα που ορίζουν παραθαλάσσιες πόλεις: Οδησσός, Κωνσταντινούπολη, Αθήνα, Σμύρνη, Αλεξάνδρεια. Στο νέο ελληνικό κράτος κατοικούν λιγότεροι Έλληνες από αυτούς που κατοικούν έξω από τα σύνορά του. Οι εκτός του ελληνικού κράτους κατοικούντες τότε Έλληνες συγκροτούσαν αυτό που σήμερα ονομάζεται Καθ’ ημάς Ανατολή. Δηλαδή αποτελούσαν τη μορφή εκείνη της Ανατολής που εκφράζεται ελληνικά και που κατοικείται και από ελληνικούς πληθυσμούς. Οι ελληνικοί πληθυσμοί της Καθ’ ημάς Ανατολής διέθεταν υψηλό φρόνημα και ζηλευτό μορφωτικό επίπεδο, τόσο ώστε να συγκροτούν το κύριο τμήμα της αστικής τάξης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.  Η οικονομική και η πολιτισμική ισχύς τους τους εξασφάλιζε επιρροή πολύ μεγαλύτερη από αυτή που αντιστοιχούσε στους αριθμούς τους. Στην πραγματικότητα αυτή ανταποκρίνεται και η κεντρική ιδεολογία του Νέου Ελληνικού Κράτους, η Μεγάλη Ιδέα, που γεννήθηκε στην Πύλη του Ρωμανού την αυγή της 29ης Μαΐου του 1453. Είναι ιδεολογία αλυτρωτική και απελευθερωτική, αλλά μαζί όμως και ιδεολογία πολιτισμική. Πρόκειται για μία μορφή οικουμενισμού, την οποία θα καταστρέψει η διαδικασία ολοκλήρωσής της. Γιατί το 1922, που είναι απελευθερωτικός αγώνας συνέχεια των Βαλκανικών Πολέμων δεν σημαίνει μόνο την αποτυχία της διαδικασίας ολοκλήρωσης που αρχίζει το 1821 και συνεχίζεται επιτυχώς το 1912, αλλά και την καταστροφή του έξω των συνόρων Ελληνισμού και τη συγκέντρωση του συνόλου σχεδόν των Ελλήνων στα όρια του εθνικού τους κράτους. Έγινε τότε βίαιη μεταφορά του κέντρου βάρους του Ελληνισμού, που από την ελληνιστική εποχή βρισκόταν στη Προποντίδα, στην αρχαία κοιτίδα του στη Νότιο Ελλάδα.   Η ιδέα του κρατικοποιημένου έθνους, που δρομολόγησε ο Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός, πήρε κατά τον 20ο αιώνα απόλυτες μορφές στα Βαλκάνια και την Ανατολή και οδήγησε στη δημιουργία εθνικών κρατών και σε μετακινήσεις πληθυσμών σε κολοσσιαία κλίμακα.

Ιδιαίτερη σημασία έχουν επίσης οι Βαλκανικοί Πόλεμοι ως συλλογικό κατόρθωμα κατά το οποίο παραμερίζονται οι μόνιμες διαιρέσεις και διχασμοί των Ελλήνων και οι ίδιοι αποδεικνύουν έμπρακτα τις αρετές τους. Γι’ αυτό η επέτειος αυτή αξίζει μεγαλύτερη προσοχή και μπορεί να αποτελέσει την αφορμή για ανάμνηση, περισυλλογή και φρονηματισμό.






Δευτέρα 26 Νοεμβρίου 2012

Αναπόφευκτες πληθυσμιακές μετακινήσεις



Έχει διαπιστωθεί ότι οι πληθυσμοί στις βιομηχανικές χώρες της Ευρώπης, της Βόρειας Αμερικής και της Βορειοανατολικής Ασίας βρίσκονται σε μια διαδικασία συνεχούς και αμετάκλητης γήρανσης. Αντιθέτως, οι πληθυσμοί των αναπτυσσόμενων χωρών της Αφρικής, της Λατινικής Αμερικής, της Μέσης Ανατολής και της Νοτιοανατολικής Ασίας διαθέτουν και θα συνεχίσουν να διαθέτουν νεανικό πληθυσμό. Αρκεί να σημειωθεί ότι στις χώρες αυτές με τον νεανικό πληθυσμό, ζει το 90% των παιδιών κάτω των 15 ετών του παγκόσμιου πληθυσμού. Ή για να το πούμε αλλιώς: οι χώρες με τον νεανικό πληθυσμό θα συνεισφέρουν τα επόμενα χρόνια κοντά στο 80% της παγκόσμιας αύξησης πληθυσμού.

Η προσφορά εργασίας στις χώρες με τον νεανικό πληθυσμό είναι περιορισμένη και θα περιορισθεί ακόμη περισσότερο στο άμεσο μέλλον. Οι άνεργοι νέοι των χωρών αυτών θα έλκονται όλο και περισσότερο από τις βιομηχανικές χώρες, στις οποίες η έλλειψη εργατικών χεριών θα είναι, λόγω της γήρανσης του πληθυσμού, όλο και πιο έντονη.

Ιδιαίτερα έντονα θα είναι τα δημογραφικά αυτά φαινόμενα στις μουσουλμανικές χώρες, όπου η δημογραφική κατάσταση φαίνεται να είναι δραματική. Αρκεί να αναφέρουμε ότι το 1950 το Μπανγκλαντές, η Αίγυπτος, η Ινδονησία, η Νιγηρία, το Πακιστάν και η Τουρκία άθροιζαν ένα συνολικό πληθυσμό γύρω στα 240 εκατομμύρια. Το 2009 οι ίδιες χώρες έφθασαν να κατοικούνται από όχι λιγότερους από 900 εκατομμύρια άτομα. Πρόκειται για πληθυσμιακή έκρηξη που θα συνεχισθεί. 

Την πληθυσμιακή έκρηξη συνοδεύει από κοντά η ανεξέλεγκτη επέκταση των πόλεων που αναπτύσσονται ραγδαία και με πρωτοφανείς ρυθμούς. Ήδη το έτος 2010 υπήρξε το πρώτο στην ιστορία κατά το οποίο οι κατοικούντες σε πόλεις ανά τον κόσμο ήταν περισσότεροι από αυτούς που κατοικούν σε χωριά. Έτσι, ενώ το 1950 μόνο το 30% του παγκόσμιου πληθυσμού κατοικούσε σε πόλεις, σήμερα το ποσοστό αυτό είναι 50% και μετά από 30 χρόνια θα πλησιάζει το 70%. Οι αχανείς πόλεις που αριθμούν πάνω από 10 εκατομμύρια κατοίκους δεν μετρώνται πια στα δάκτυλα του ενός χεριού. Οι πόλεις με πληθυσμό άνω του εκατομμυρίου πολλαπλασιάζονται, μόνο η Κίνα έχει σήμερα πάνω από 120 τέτοιες πόλεις.

Η κατάσταση αυτή απαιτεί ριζικά μέτρα, όπως κρατική προσπάθεια για περιορισμό της γονιμότητας του πληθυσμού, αγροτικές μεταρρυθμίσεις και τεράστια αύξηση του διεθνούς εμπορίου, ώστε να επιτευχθεί η διάδοση τεχνολογιών και να αυξηθούν τα έσοδα των προβληματικών πληθυσμών. Η μετανάστευση αποτελεί βέβαια αποτελεσματική εκτόνωση των πληθυσμιακών πιέσεων. Ωστόσο, η ισορροπία και η σταθερότητα των χωρών υποδοχής απαιτεί οργανωμένη μετακίνηση των πληθυσμών, κάτι που δύσκολα επιτυγχάνεται σε συνθήκες έλλειψης ισορροπίας. Μια μορφή μετανάστευσης είναι και η μετακίνηση γεροντικού αντιστρόφως προς τις χώρες με νεανικό πληθυσμό. Η πρακτική αυτή απαιτεί σημαντικές επενδύσεις, οι αναπτυσσόμενες χώρες πρέπει να εξασφαλίσουν συνθήκες κατοικίας και περίθαλψης με τη βοήθεια των αναπτυγμένων χωρών.

Στα χρόνια που έρχονται οι γηράσκοντες πληθυσμοί  των βιομηχανικών χωρών θα μπορούν να αποδώσουν στις οικονομίες τους όλο και λιγότερους εργαζόμενους και καταναλωτές, ενώ το μεγαλύτερο τμήμα της οικονομικής ανάπτυξης θα καταναλώνεται για την περίθαλψη του μη παραγωγικού γηράσκοντος πληθυσμού. Η μετακίνηση εργαζομένων προς τις βιομηχανικές χώρες θα είναι αναπόφευκτη και αναγκαία. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι είναι δυνατόν μια τέτοια μετακίνηση να γίνει οργανωμένα και συστηματικά. Το πιθανότερο είναι ότι οι βιομηχανικές χώρες θα βρεθούν πολύ σύντομα σε μια κατάσταση πολιορκίας από τεράστιες μάζες απελπισμένων. Η κατάσταση αυτή έχει ήδη αρχίσει να γίνεται πραγματικότητα που μάλιστα έχουμε την ατυχία να τη βιώνουμε στη χώρα μας. Ποιοί είναι οι αποδεκτοί τρόποι για να αντιμετωπίσουμε πρακτικά αυτό το πρόβλημα; 




Ιδιωτική πρωτοβουλία στο διάστημα


        Κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί τον Δεκέμβριο του 1972 ότι με την αποστολή Apollo 17 όχι μόνο τέλειωνε το πρόγραμμα Apollo, αλλά και ότι για τα επόμενα 40 χρόνια κανείς δεν θα επιχειρούσε να εγκαταλείψει τη γήινη περιφέρεια για να βρεθεί στο ανοικτό διάστημα, όπως οι λεγόμενοι αστροναύτες, που με το πρόγραμμα Apollo πάτησαν την επιφάνεια της Σελήνης. Όλα αυτά τα χρόνια περισσότερα από 450 άτομα βρέθηκαν στα όρια του διαστήματος, μερικές εκατοντάδες χιλιόμετρα πάνω από την επιφάνεια του πλανήτη Γη. Εμμέσως, η παρατήρηση αυτή δηλώνει και την αποτυχία του προγράμματος Apollo, που τη δεκαετία του 1960 έλαβε φαραωνικές διαστάσεις, για να καταλήξει να εμπλουτίσει τα μουσεία Φυσικής Ιστορίας ανά τον κόσμο με λίγα κιλά πέτρας από τη Σελήνη. Τη θριαμβευτική προσσελήνωση των συσκευών του προγράμματος Apollo στη Σελήνη δεν ακολούθησε καμία επική προσπάθεια κατάκτησης των πλανητών και του διαστήματος, αλλά δραστική περικοπή των σχετικών κονδυλίων, η κατασπατάληση των οποίων απείλησε να οδηγήσει τις ΗΠΑ σε χρεοκοπία.

        Αυτό ήταν το επιστέγασμα του διαστημικού ανταγωνισμού κατά τον Ψυχρό Πόλεμο. Ο Ψυχρός Πόλεμος στο διάστημα άρχισε με την ιδεοληπτική προσπάθεια της τότε ΕΣΣΔ να επεκτείνει την παρουσία του ανθρώπου σε διαστημικούς χώρους για να προκαλέσει την απάντηση που επεφύλαξαν οι ΗΠΑ. Ο διαστημικός αυτός ανταγωνισμός ήταν ένας από τους παράγοντες που οδήγησε σε εξάντληση των δύο αντιπάλων, με την ΕΣΣΔ να εγκαταλείπει τον αγώνα και να καταρρέει.

        Το κύριο πρόβλημα για τις ΗΠΑ κατά τον ανταγωνισμό με την ΕΣΣΔ στο διάστημα επικεντρώθηκε στο ότι το πρόγραμμα Apollo απορροφούσε το 3,45% του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού τους, για να περιοριστεί μετά σε ένα ταπεινό 0,5% προς μεγάλη απογοήτευση της ΝΑΣΑ. Η περικοπή των διαστημικών δαπανών των ΗΠΑ βασίστηκε στην επινόηση του διαστημικού οχήματος, που οι ιθύνοντες της ΝΑΣΑ πρότειναν ως εμπορική εναλλαγή, που θα κάλυπτε πλήθος από ανάγκες, αφού κατά τους υπολογισμούς τους θα πραγματοποιούσε όχι λιγότερες από 50 εκτοξεύσεις ετησίως περιορίζοντας το κόστος τους σε εκατομμύρια δολλάρια από τα δισεκατομμύρια που κόστιζαν τα μέχρι τότε προγράμματα. Ωστόσο η εμπορική επιτυχία του διαστημικού οχήματος δεν ήρθε ποτέ, παρά την τεχνική επιτυχία του. Οι θρυλούμενες εμπορικές εφαρμογές δεν πραγματοποιήθηκαν, παρά τη θερμή υποστήριξη της ιδέας από την ΝΑΣΑ και παρά τη θετική ανταπόκριση των ψηφοφόρων. Η ΝΑΣΑ είχε τότε καταλήξει να μεταμορφωθεί σε ομάδα πίεσης και να εκφράζει εκτός από τα συμφέροντα πολλών επιστημόνων και τεχνοκρατών και την επιθυμία του στρατιωτικού και βιομηχανικού κατεστημένου των ΗΠΑ για πανάκριβα και περίπλοκα τεχνολογικά έργα.

        Μία αναζωπύρωση του θέματος έλαβε χώρα κατά την προεδρία του George Bush, όταν η ΝΑΣΑ κατόρθωσε να αποσπάσει την απόφαση για το πρόγραμμα Constellation για επιστροφή στη Σελήνη. Το πρόγραμμα αυτό θα το ακολουθούσε η εγκατάσταση μιας μόνιμης βάσης στη Σελήνη για να μελετούνται κατάλληλα οι κοσμικές ακτινοβολίες και να συλλαμβάνονται ευκολότερα τα σωματίδια των ακτινοβολιών, αλλά και για να παρατηρούνται άγρυπνα οι περιπλανώμενοι αστεροειδείς που, σύμφωνα με το φαντασιακό των ΗΠΑ, μας απειλούν μόνιμα με σύγκρουση και ολοκαύτωμα. Το πρόγραμμα αυτό ακυρώθηκε από τον πρόεδρο Οbama μετά την εκδήλωση της οικονομικής κρίσης.

        Η ΝΑΣΑ δεν εγκατέλειψε τις ελπίδες της και δεν έχασε την ορμή και το θάρρος της. Μετά το πρόγραμμα Αpollo η ΝΑΣΑ είχε, με ρομποτικά συστήματα, φροντίσει να μη μείνει απροετοίμαστη για τις ενδεχόμενες εξερευνήσεις, ενώ καλλιέργησε συστηματικά την αντίληψη του συνόρου του διαστήματος, όπως και την αντίληψη της ιστορικής ανάγκης για επέκταση στο διάστημα πέρα από το ηλιακό σύστημα. Πρόσφατα εμφανίστηκαν και πάλι τα μεγαλεπήβολα και εξωφρενικά σχέδια για την επανδρωμένη αποστολή στον Άρη, που θα χρειασθεί ταξίδι αρκετών χρόνων στο ανοικτό διάστημα. Όμως, το κλειδί για την συνέχιση των διαστημικών ερευνών είναι και παραμένει το οικονομικό κόστος. Το κόστος κάθε διαστημικής δραστηριότητας δεν είναι ανάλογο προς την απόσταση που διανύεται, αλλά ανάλογο προς την ισχύ την απαιτούμενη για την έξοδο από το πεδίο βαρύτητας της Γης. Η ΝΑΣΑ φαίνεται σήμερα ανίκανη να αποστείλει φορτία και ανθρώπους στο διάστημα με κάποιο οικονομικό τρόπο, ώστε η αμερικανική κυβέρνηση να προσανατολίζεται στη χρήση ιδιωτικών επιχειρήσεων. Μάλιστα αυτή την εποχή η ΝΑΣΑ χρησιμοποιεί τον ρωσικό πύραυλο Soyuz που εκτοξεύεται από το πεδίο Baikonur στο Καζακστάν. Η αδυναμία της ΝΑΣΑ ανοίγει μια πολλά υποσχόμενη αγορά για την ιδιωτική πρωτοβουλία.

        Τώρα, λοιπόν, εμφανίζονται ενδείξεις ότι κυοφορείται νέος ανταγωνισμός στο διάστημα, αυτή τη φορά μεταξύ ιδιωτικών εταιρειών που αναζητούν κέρδη, αλλά και μεταξύ των  κυβερνήσεων μεγάλων χωρών που αναζητούν κύρος και θέλουν να διαφημιστούν. Η ΝΑΣΑ δεν είναι ο μόνος παίκτης στην αρένα της κατάκτησης του διαστήματος. Η Κίνα, που διαθέτει ήδη έναν αστροναύτη σχεδιάζει να κατασκευάσει τον δικό της διαστημικό σταθμό και αφού αποστείλει τα απαραίτητα ρομποτικά συστήματα στην επιφάνεια της Σελήνης, να στείλει το έτος 2020 και αστροναύτες εκεί. Η Ινδία έχει επίσης αποστείλει εξερευνητικό σύστημα στη Σελήνη, ενώ ξοδεύει σεβαστά ποσά για την ανάπτυξη δραστηριοτήτων στο διάστημα που περιλαμβάνουν επανδρωμένα συστήματα.

        Έτσι έχει στηθεί το πλαίσιο που υποστηρίζει την ιδέα ότι το διάστημα είναι έτοιμο για να κατακτηθεί από την ιδιωτική πρωτοβουλία. Ήδη έχουν συσταθεί οι απαραίτητες εταιρείες που ήδη κατασκευάζουν πειραματικά συστήματα και πρωτόλεια διαστημικών συστημάτων. Η ιδέα είναι ότι είναι απαραίτητο να συγκεντρωθούν οι εξοπλισμοί και οι τεχνικές κατασκευές με μικρό κόστος στο διάστημα σε τροχιά γύρω από τη Γη, για να τις ακολουθήσουν μετά οι άνθρωποι που θα τις επανδρώσουν. «Η βιομηχανία του διαστήματος είναι κατά βάση σήμερα εμπορικής φύσης, ...οι κυβερνήσεις γίνονται πια πελάτες των ιδιωτικών εταιρειών...» δηλώνουν οι νέοι ιεροφάντες της διαστημικής περιπέτειας.

        Μια από τις πιο χαρακτηριστικές προσπάθειες για την κατάκτηση του διαστήματος από την ιδιωτική πρωτοβουλία είναι αυτή που εδρεύει στη νήσο Μan για να συνδυάσει την τεχνολογία με την προστασία ενός φορολογικού παραδείσου. Η παράδοξη κρατική οντότητα της νήσου του Man, που είναι μεν βρετανικό έδαφος, αλλά έχει και πληθώρα δικαιωμάτων, της επιτρέπει να φιλοξενεί δραστηριότητες που κανονικά φορολογούνται αλλά και να παρέχει υπηρεσίες χωρίς χρέωση. Εκεί οι πρωτοπόροι της διαστημικής επιχειρηματικότητας επωφελούνται μη πληρώνοντας φόρους και τέλη. Οι ίδιοι, πιστεύουν ότι μπορούν να πραγματοποιήσουν κέρδη, όχι μόνο κατασκευάζοντας και θέτοντας δορυφόρους και παραγωγικές μηχανές σε τροχιά, αλλά και με την ανάπτυξη του τουρισμού του διαστήματος και των πειραμάτων και της παραγωγής αγαθών σε περιβάλλον μηδενικής βαρύτητας.

        Ανάλογη είναι η δραστηριότητα του γνωστού επιχειρηματία της Virgin Airline, Richard Branson ο οποίος δηλώνει ότι με την εταιρεία Virgin Galactic δημιουργεί μια εντελώς καινούργια ανθρώπινη δραστηριότητα: το διαστημικό ταξίδι ή τον διαστημικό τουρισμό. Το διαστημικό όχημα, που η εταιρεία του Branson κατασκευάζει, θα είναι ικανό να πραγματοποιήσει σύντομες εισόδους σε περιοχές του διαστήματος όπου οι επιβάτες θα απολαμβάνουν τις εμπειρίες της έλλειψης βαρύτητας. Θα παρέχεται δηλαδή έναντι σεβαστού τιμήματος η δυνατότητα εμπειριών που οι συνήθεις θνητοί δεν έχουν την ελπίδα να δοκιμάσουν. Αλλά και το διαστημικό όχημα που σχεδιάζει ο Branson, θα οδηγήσει κατά τα λεγόμενά του σε άνθηση των αερομεταφορών με αποτέλεσμα πτήσεις από τη Νέα Υόρκη στο Τόκυο να μην απαιτούν πάνω από δύο ώρες.

        Μία ακόμη ανάλογη προσπάθεια, που ήδη πραγματοποιεί διαστημικά προγράμματα, είναι αυτή του ιδιοκτήτη της PayPal, Elon Musk που ίδρυσε την εταιρεία SpaceX και που βασίζεται στον υπάρχοντα διεθνή διαστημικό σταθμό. Ήδη ένα όχημα κατασκευής αυτής της εταιρείας προσδέθηκε επιτυχώς στον διαστημικό σταθμό στα πλαίσια ενός συμβολαίου  ύψους 1,6 δις $ για την αποστολή εφοδίων στον διαστημικό σταθμό. Αποκαλυπτική είναι η σύγκριση του κόστους μιας αποστολής εφοδίων στο διαστημικό σταθμό: η ΝΑΣΑ χρειάζεται ποσόν 300 εκατομμυρίων και ενός δις $, ενώ ο πύραυλος Falcon 9 της SpaceX μόνο 60 εκατομμύρια. Η SpaceX απασχολεί κατά τα λεγόμενά της 1.800 υπαλλήλους και έχει υπογράψει συμβόλαια για 40 εκτοξεύσεις. Μετά από αυτά ο κ. Musk δηλώνει ενθουσιασμένος ότι η εταιρεία του θα θέσει σε τροχιά κάθε είδους και βάρους διαστημικούς δορυφόρους και θα πραγματοποιήσει κάθε είδους μεταφορά στο διάστημα για φορτία ή για αστροναύτες. Ο ίδιος δηλώνει ότι η εταιρεία του θα επιτύχει να αναπτύξει ένα σύστημα διαστημικών μεταφορών που θα οδηγήσει την ανθρωπότητα να γίνει κάτοικος πολλών πλανητών. Κατά την άποψη της επιχείρησης αυτής θα πρέπει ο εξοπλισμός ο απαραίτητος για τον διαστημικό τουρισμό και την παραγωγή αγαθών στο διάστημα να αποσταλεί σε τροχιά πέριξ της Γης, προτού αρχίσουν να στέλνονται εκεί οι τουρίστες του διαστήματος και προτού πραγματοποιηθούν τα μεγαλοεπίβολα σχέδιά της.

        Τέλος, θα πρέπει να αναφερθεί ότι οι μελλοντικοί τουρίστες του διαστήματος συνωθούνται ήδη στα γραφεία των διαστημικών επιχειρήσεων για να πάρουν σειρά στις λίστες αναμονής. Αν λάβουμε υπόψη ότι κάθε διαστημικό όχημα, εκτός από τους δύο χειριστές του, έχει και τέσσερις θέσεις μόνο για τουρίστες, οι λίστες θα πρέπει να εκκρεμούν για καιρό. Όσο για το κόστος είναι περίπου 200.000 δολλάρια για κάθε ταξίδι, ποσό που είναι μόνο το διπλάσιο από αυτό που απαιτείται για να σκαρφαλώσει κανείς στην κορυφή του Έβερεστ ή για να έχει το προνόμιο να κυνηγήσει έναν ελέφαντα ή ένα λεοντάρι στα πάρκα της πάμπτωχης Τανζανίας.




Παρασκευή 28 Σεπτεμβρίου 2012

Χάνονται τα πλεονεκτήματα της Δύσης.



Πέρα από την αντιμετώπιση της οικονομικής και δημοσιονομικής κρίσης οι κυβερνήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των ΗΠΑ θα πρέπει να μελετήσουν την αναδιάταξη των πολιτικών τους των σχετικών με την εκπαίδευση και το ρόλο του κράτους στην οικονομία.

Σ’ ένα πιο  προχωρημένο στάδιο, θα πρέπει να μελετηθούν και να αξιολογηθούν οι επιπτώσεις της κατάργησης του προστατευτισμού  και της παγκοσμιοποίησης. Ακόμη θα πρέπει να εξεταστεί η έννοια της ανάπτυξης και να συνδεθεί με τα ισχύοντα δεδομένα.

Σήμερα, ενώ συμπληρώνονται  40 χρόνια από  την επίσκεψη των Νίξον-Κίσσιγκερ στο Πεκίνο  το 1972, βρισκόμαστε σε μία κατάσταση στην οποία η παγκόσμια μεταποιητική δραστηριότητα φαίνεται να συγκεντρώνεται στην Ασία. Παράλληλα, πλούτος και τεράστιοι πόροι μεταφέρονται στην ασιατική ακτή του Ειρηνικού με αποτέλεσμα η ανάπτυξη να περιορίζεται μόνο σε ορισμένες χώρες εκτός της Δύσης. Αυτό σημαίνει την ενδεχόμενη ανατροπή των οικολογικών δεδομένων, αλλά και την ανατροπή της ισορροπίας δυνάμεων, τουλάχιστον όσο αυτή περιορίζεται στην οικονομική σφαίρα.

Το κύριο διακύβευμα  όμως βρίσκεται στο μέλλον. Η Ασία σήμερα εκπαιδεύει περισσότερους επιστήμονες και μηχανικούς από όσους εκπαιδεύουν η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι ΗΠΑ μαζί. Ήδη, φέτος λέγεται ότι θα χορηγηθούν περισσότερες ευρεσιτεχνίες στη Κίνα, παρά σε οποιαδήποτε άλλη χώρα. Δεν είναι απίθανο σε λίγα χρόνια η Δύση να απολέσει συνολικά το πλεονέκτημά της  για πρωτοποριακή επινόηση και έλεγχο σε κρίσιμους κλάδους.

Οι δυτικοί Ευρωπαίοι και οι Αμερικανοί εργαζόμενοι θα βρεθούν μπροστά σε εκπλήξεις. Κατά  τα προηγούμενα χρόνια υπήρχε η βεβαιότητα ότι οι δυτικές κοινωνίες και οι κυβερνήσεις τους θα μπορούσαν να εξασφαλίζουν εσαεί σταθερή εργασία και να εγγυώνται  βελτίωση της καταναλωτικής δύναμης των εργαζομένων χρόνο με το χρόνο. Υπήρχε επίσης η σιγουριά των επιδοτήσεων και της δυνατότητας που παρείχαν οι δυτικές κυβερνήσεις  για μόρφωση και εκπαίδευση, που θα βελτίωναν συνεχώς τις αποδοχές των εργαζομένων. Είχε εδραιωθεί έτσι η ασυναίσθητη πεποίθηση του συνεχώς βελτιούμενου επιπέδου ζωής.

Δυστυχώς, η μεγάλη κρίση που άρχισε το 2008 αποκάλυψε πλέον μια πραγματικότητα που φαίνεται ζοφερή. Όπως δείχνουν τα στατιστικά στοιχεία, η πλειονότητα των εργαζομένων διαθέτει πλέον μία παρακμάζουσα αγοραστική δύναμη. Σε πολλές χώρες της Δύσης τα εισοδήματα των εργαζομένων είναι καθηλωμένα για αρκετά χρόνια. Στις ΗΠΑ, μάλιστα, τα εισοδήματα του μέσου εργαζόμενου με πανεπιστημιακό δίπλωμα έχουν καθηλωθεί εδώ και 30 χρόνια. Παρά τη σχετική επιτυχία της χώρας μας, σε πολλές χώρες της Δύσης  η εκπαίδευση και η άνοδος του μορφωτικού επιπέδου δεν οδήγησαν σε κοινωνική ισότητα και κινητικότητα, ώστε να δικαιολογηθούν οι υποσχέσεις για καθολική και ίση ευκαιρία βελτίωσης.

Η εμπιστοσύνη στην εκπαιδευμένη και ειδικευμένη εργατική δύναμη, η οποία είναι αρκετή  για να δημιουργήσει ανάπτυξη και να αντιμετωπίσει τον ανταγωνισμό, κλονίζεται. Η εργατική δύναμη μπορεί να μεταναστεύσει όπως συμβαίνει συστηματικά εδώ και χρόνια με τους ανειδίκευτους εργάτες. Όπως  οι ανειδίκευτοι εργάτες έγιναν ανταλλάξιμοι μεταφερόμενοι από χώρα σε χώρα,  έτσι και οι ειδικευμένοι θα γίνουν μεταφερόμενοι εργαζόμενοι  στον κόσμο των νέων τεχνολογιών.

Η Δύση θα στερηθεί τα εργοστάσιά της μαζί με τους ειδικευμένους εργαζόμενους που είναι μοναδικοί στον κόσμο. ΄Εχει λοιπόν μέλλον η παγκοσμιοποίηση, τώρα που γυρνά σαν μπούμερανκ και χτυπά τους επινοητές της;

Μπροστά στη βεβαιότητα της μόνιμης παρακμής του επιπέδου ζωής, ανάλογου περιορισμού της κατανάλωσης και την απαξίωση του πλεονεκτήματος της εκπαίδευσης και της ειδίκευσης, οι εργαζόμενοι της Δύσης θα αντιδράσουν. Με ποια πολιτικά μέσα και με ποιες μορφές θα γίνει αυτό  δεν φαίνεται ακόμη  να έχει μορφοποιηθεί. Ίσως η παγκοσμιοποίηση σταματά εδώ.






Παρασκευή 29 Ιουνίου 2012

" Κατάκτηση 1453 "



Αυτός είναι ο τίτλος κινηματογραφικής υπερπαραγωγής που προβάλλεται στους κινηματογράφους της Τουρκίας με τεράστια επιτυχία. Όλοι οι συντελεστές της υπερπαραγωγής είναι τουρκικοί, όπως και η χρηματοδότηση.

Φαίνεται ότι τίποτε δεν είναι τόσο δημοφιλές στην Τουρκία όσο είναι ο εθνικισμός, παρατηρεί η Guardian Weekly. Πράγματι, το φιλμ συγκεντρώνει τεράστιες ουρές επίδοξων θεατών και έχει ήδη μετά από λίγους μήνες προβολής πραγματοποιήσει κέρδη που ανέρχονται στο τριπλάσιο της δαπάνης που καταβλήθηκε.  Η γοητεία που ασκεί το θέμα γεμίζει πατριωτική υπερηφάνεια, όχι μόνο τους ίδιους τους Τούρκους, αλλά και άλλους, όπως αυτοί που γεμίζουν τα πούλμαν που από την Ελληνική Θράκη ξεκινούν για την Αδριανούπολη, όπου θα μπορέσουν να παρακολουθήσουν την προβολή της «Κατάκτησης 1453».

Το ίδιο το φιλμ αφορά βέβαια την εξιστόρηση της πολιορκίας και της κατάληψης της Κωνσταντινούπολης τον Απρίλιο και το Μάιο του αποκαλυπτικού έτους 1453. Η παρουσίαση και η εξιστόρηση γίνονται με τη γνωστή από δεκαετίες χολλυγουντιανή συνταγή, όπως την ανέπτυξαν οι αμερικανοί σκηνοθέτες Griffith και DeMille: Μεγάλα ντεκόρ, πολυπληθείς σκηνές, έντονος συναισθηματισμός, ανάδειξη και στήριξη σε στερεότυπα. Στην περίπτωση της «Κατάκτησης 1453» έχουμε και άφθονη δράση με πολλή βία. Εκείνο όμως που είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον είναι η ιδεολογική κατεύθυνση του φιλμ που θέλει να βεβαιώσει το  μεγαλείο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, όπως και το ότι η αναδυόμενη και γιγαντούμενη Τουρκία έχει ακόμη φιλοδοξίες παγκόσμιας κυριαρχίας. Παράλληλα δίνεται μια μάλλον αυθαίρετη εικόνα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας: Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος εμφανίζεται ως ηδονιστής παρακμίας, ο Πάπας ως ένθερμος υποστηρικτής των Βυζαντινών, η ίδια η Κωνσταντινούπολη ως πλούσια και ευημερούσα, τα βυζαντινά στρατεύματα ως πολυπληθή και κατάφρακτα.

Σύμφωνα με την μεγάλης κυκλοφορίας εφημερίδα Zaman, που εκφράζει τις απόψεις του θρησκευτικού ακτιβιστή Fatullah Gullen, «οι Τούρκοι αισθάνονται και πάλι την αυτοκρατορική πνοή». Πράγματι, μετά από μία δεκαετία ασυγκράτητης οικονομικής ανάπτυξης, αλλά και επιτυχούς ισλαμικής διακυβέρνησης, οι Τούρκοι στρέφονται προς τους Οθωμανούς προγόνους τους και αναβιώνουν τις συνήθειες και την αισθητική τους. Στο φιλμ καταδεικνύεται σαφώς η οθωμανική αντίληψη για την «απελευθέρωση» της Κωνσταντινούπολης, που δεν συναντάται μόνο στην τουρκική και την παντουρκική εθνικιστική ιδεολογία, αλλά και αποτελεί παλαιά ισλαμική δοξασία. Ακόμη και σήμερα διαβάζουμε γνώμες όπως : «Η Κωνσταντινούπολη που βρίσκεται αλαζονικά στο δρόμο των Μουσουλμάνων για πολλούς αιώνες, απελευθερώθηκε και οι πύλες της Ευρώπης άνοιξαν στο κάλεσμα του Ισλάμ. Την απελευθέρωση της Κωνσταντινούπολης θα ακολουθήσει η απελευθέρωση της Ρώμης...».

Εμείς πιστεύουμε ότι η κατακτητική ορμή συνιστά θεμελιώδες πολιτισμικό χαρακτηριστικό στοιχείο των Τούρκων, αλλά και στοιχείο συμφυές με την ισλαμική θρησκεία. Αλλά και το Ισλάμ αντιλαμβάνεται την οικουμένη να διαιρείται σε δύο τμήματα, το νταρ αλ-Ισλάμ που ορίζεται από την ισλαμική σαρία και το νταρ αλ-χάρμπ, που βρίσκεται έξω από το νταρ αλ-Ισλάμ και είναι ο κόσμος των απίστων. Το νταρ αλ-Ισλάμ θα επεκταθεί για να συμπεριλάβει το νταρ αλ-χάρμπ. Η αντίληψη για την «απελευθέρωση» της Κωνσταντινούπολης είναι τυπική αυτών των ψυχισμών. Οι θεολόγοι του Ισλάμ μάλιστα, φρόντισαν να προσθέσουν μία χαντίθ (γραπτή παράδοση) στο Κοράνι στην οποία ο Προφήτης Μωάμεθ δηλώνει : «η Κωνσταντινούπολη θα κατακτηθεί. Θαυμαστός θα είναι ο ηγέτης που θα την κατακτήσει και ευλογημένοι θα είναι οι πολεμιστές του", (Ibn Hanbal, Musnad, 4, 435). Η τουρκική κατακτητική ορμή συμπληρώνει τις αντιλήψεις αυτές. Οι Τούρκοι είναι υπερήφανοι για την κατάκτηση - «απελευθέρωση» της Κωνσταντινούπολης. Τα μεγάλα μνημεία της βυζαντινής οικουμενικής πρωτεύουσας θεωρούνται πλέον ως μνημεία της δόξας του Ισλάμ και της τουρκικής ανδρείας. Η Αγία Σοφία θεωρείται ως ιερό μουσουλμανικό τέμενος, ως να μην εκφράζει μία άλλη πολιτισμική και θρησκευτική αντίληψη. Στο σωζόμενο καθολικό της Μονής του Παντοκράτορα υπάρχει εντοιχισμένη μαρμάρινη πλάκα με την πιο πάνω αναφερόμενη προφητεία του Προφήτη Μωάμεθ. Η ιστορία της μεγάλης Μονής του Παντοκράτορα και η σημασία της για την αντίληψη και την ίδρυση των νοσοκομείων δεν αναφέρονται και είναι άγνωστες.

Βέβαια η ιδεολογία του φιλμ εκφράζει πιστά την ιδεολογία του κυβερνώντος κόμματος. Ο Πρωθυπουργός Ρετσέπ Ταγίπ Ερντογάν δήλωσε, προφανώς ικανοποιημένος ,ότι το φιλμ αυτό «διαπαιδαγωγεί μια αφοσιωμένη γενιά που θα αγκαλιάσει τις ιστορικές μας αξίες». Πολλοί μάλιστα από το κόμμα του συνιστούν την προβολή του φιλμ στα σχολεία σαν αντίδοτο στην επιρροή του Χόλλυγουντ, που κατ΄ αυτούς διαδίδει την «αντίληψη των Σταυροφόρων».

Και ενώ τα πλήθη πολιορκούν τα ταμεία των κινηματογράφων, οι δημοσιογράφοι της κεμαλικής ορθοδοξίας έσπευσαν να αντιδράσουν. Ακούστηκαν απόψεις όπως ότι «το φιλμ καλλιεργεί έναν ακραίο εθνικισμό που βασίζεται στα τουρκικά στερεότυπα για τους γειτονικούς χριστιανικούς λαούς» ή ότι «ως Τούρκοι υπενθυμίζουμε στον κόσμο ότι η μεγαλύτερη πόλη μας κάποτε ανήκε σε άλλο έθνος και κατελήφθη από μας με το ξίφος. Θα μπορούσαν να γιορτάζουν οι Εγγλέζοι την κατάκτηση του Λονδίνου και να πανηγυρίζουν οι Γερμανοί την κατάκτηση του Βερολίνου;».   Άλλος κριτικός δεν δίστασε να γράψει ότι το φιλμ «είναι μια δεξαμενή υποκρισίας που αναπληρώνεται με τη  γενική παράνοια του να βλέπουμε τον κόσμο ως αναξιόπιστο και αφιλόξενο... για να ενισχύσουμε τις αυταπάτες μας για ανωτερότητα». Ένας κριτικός που δέχθηκε απειλές κατά της ζωής του έγραψε:  «έτσι που πάμε θα συνεχίσουμε με φιλμ για την εισβολή στην  Κύπρο και τη γενοκτονία των Αρμενίων;». Αλλά υπάρχουν και οι πιο μετριοπαθείς:  «είναι φυσικό να προσβλέπουμε και πάλι προς την οθωμανική κληρονομιά μας, αφού αυτή παραμελήθηκε από τον Ατατούρκ και τους υποστηρικτές του», έγραψε γνωστός κριτικός, για να συμπληρώσει ο ίδιος «είναι καιρός να κοιτάξουμε την Αυτοκρατορία με ένα πιο αντικειμενικό τρόπο. Ήταν ένας μεγάλος πολιτισμός. Γιατί να την κατηγορούμε; Είχε τα καλά της και τα κακά της», «η ιστορία που διδάσκεται στα τουρκικά σχολεία είναι εθνικιστική. Στα σχολεία μας είπαν ότι οι Οθωμανοί κατάκτησαν τον μισό κόσμο, αλλά ξαφνικά χωρίς εξήγηση έγιναν κακοί. Μας είπαν ότι ο Σουλτάνος συνωμοτούσε με τους Άγγλους. Ευτυχώς ο Ατατούρκ μας έσωσε.»

Η τελική σκηνή του φιλμ παρουσιάζει με έντονο συναισθηματισμό την αντίφαση της βίας που κατακτά και καταστρέφει με την υποτιθέμενη καλοσύνη: Ο Μωάμεθ ο Β’  εισέρχεται στην Αγία Σοφία κρατώντας ένα παιδί στην αγκαλιά του και διακηρύσσει: «Μην ανησυχείς λαέ της Κωνσταντινούπολης, μπορείς να λατρεύεις το Θεό σου όπου κι αν βρίσκεσαι...»  

Απ΄ ό,τι φαίνεται η εμπορική επιτυχία του φιλμ θα μας πλουτίσει και με άλλα έπη. Ο παραγωγός του φιλμ σχεδιάζει ήδη ένα φιλμ για την Καλλίπολη, όπου ο Ατατούρκ, ιδρυτής της μοντέρνας Τουρκικής Δημοκρατίας, πολεμά και νικά τους Άγγλους. Υπάρχει ακόμα ένα μεγάλο κοινό από Κεμαλιστές και έπεται συνέχεια.

Παρασκευή 1 Ιουνίου 2012

Η καθ' ημάς Ανατολή δεν υπήρξε ποτέ.




Οι εορτασμοί, οι εκδηλώσεις και οι εκθέσεις που πρόσφατα διοργανώθηκαν στην Κωνσταντινούπολη με ευκαιρία την ανακήρυξή της ως «πολιτισμικής πρωτεύουσας της Ευρώπης» δίνουν μια καθαρή εικόνα του ιδεολογικού κλίματος και των εθνικών στόχων που κυριαρχούν στη γειτονική χώρα. Το δόγμα, ότι η ασφαλέστερη ανεξαρτησία βασίζεται στην πολιτισμική αυτοδυναμία ενώ η μονιμότερη υποδούλωση ξεκινά από την πολιτισμική αλλοτρίωση, επιβεβαιώνεται ότι ισχύει όχι μόνον για τη σημερινή Τουρκία, όσον αφορά το πρώτο σκέλος του, αλλά δυστυχώς και για τη δική μας χώρα, όσον αφορά το δεύτερο σκέλος του. Δεν θα σταθώ στα ενθουσιώδη φληναφήματα των κ.κ. Παύλου Γερουλάνου, Νικήτα Κακλαμάνη και Αλέκου Φασιανού, ούτε θα επισημάνω την σημειολογική μόνιμη επισήμανση της οθωμανικής «κατάκτησης», η οποία διατυμπανίζεται ως θεμελιώδης «αρετή» του τουρκικού έθνους σε κάθε ευκαιρία. Θα αναφερθώ απλώς πρόχειρα σε χαρακτηριστικές περιπτώσεις που βρίσκονται σε απόλυτη συμφωνία και συνέχεια με την αντίληψη περί του πολιτισμικού υπόβαθρου που συγκροτεί η τουρκική παρουσία, όπως μας την παρουσίασε πρόσφατα ο κ. Αχμέτ Νταβούτογλου.

Η εκδοτική δραστηριότητα, η σχετική με θέματα της τουρκικής ταυτότητας και της τουρκικής παρουσίας, βρίσκεται σήμερα σε έξαρση στην Τουρκία. Και όχι μόνο αυτό. Ποικίλες μελέτες και δραστηριότητες, μέσα σε πλαίσια μίμησης του εργαλειακού χαρακτήρα που κυριαρχεί στα αμερικανικά πανεπιστήμια, έχουν ως αντικείμενο την ιστορική αλλά και τη σημερινή Τουρκία.

Είναι ενδιαφέρον και μας αφορά άμεσα το ότι η ιστορική και γενικότερη επιστημονική έρευνα στην Τουρκία, όπως και η πιστοποίηση και η αυτογνωσία των ίδιων των Τούρκων, είναι ασύμβατα όχι μόνο με τη δική μας πιστοποίηση και αυτογνωσία, αλλά και με τα ιστορικά δεδομένα και τα συμπεράσματα της σχετικά αντικειμενικής επιστημονικής έρευνας.

Αυτό επίσης, το οποίο είναι ασύμβατο με τη δική μας ιστοριογραφία και πιστοποίηση, είναι η απόλυτη αντίληψη των Τούρκων για μηδενική βάση στην ιστορική αντίληψη για τον χώρο τον οποίο σήμερα κατέχουν. Εννοούμε την ανεδαφική αντίληψη του ότι η ιστορική πραγματικότητα στη Μικρά Ασία και τα Βαλκάνια αρχίζει με την τουρκική κατάκτηση. Έτσι, για παράδειγμα, τα ξύλινα σπίτια της Προποντίδας, αλλά και γενικότερα οι μορφές των παραδοσιακών κατοικιών στη Μικρά Ασία θεωρούνται ως εξέλιξη του γιούρτ, της αρχαίας σκηνής των νομάδων Τούρκων, η οποία συναντάται ακόμη σήμερα στην Κεντρική Ασία. Έτσι, με μια τερατώδη ιστορική προσαρμογή αγνοείται το γεγονός ότι οι Τούρκοι και οι Τουρκομάνοι, οι οποίοι κατέκλυσαν μετά τον 11ο αιώνα τη Μικρά Ασία, βρέθηκαν σε ένα χώρο με αστική και οικιστική παράδοση πολλών αιώνων1.

Αυτά όμως είναι κοινότοπο να τα λέμε και να τα επαναλαμβάνουμε. Το παρελθόν δεν έχει στην Τουρκία αντικειμενική υπόσταση. Η μνήμη είναι επιλεκτική ή κατασκευασμένη. Το παρελθόν είναι ό,τι επιβάλλεται και ό,τι διδάσκεται και γράφεται. Οι αντιλήψεις αυτές έχουν επικυρωθεί έμπρακτα από εξέχουσες προσωπικότητες της Τουρκίας, όπως ο Κεμάλ Ατατούρκ και ο Τουργκούτ Οζάλ2 και βρίσκονται πάλι στην επικαιρότητα χάρη στον κ. Αχμέτ Νταβούτογλου.

Θα μπορούσαμε να συνοψίσουμε την αντίληψη την οποία καλλιεργούν οι Τούρκοι σχετικά με το ιστορικό βάθος του χώρου, τον οποίο σήμερα κατέχουν, με τη γνωστή ρήση του Όργουελ: «Αυτός που ελέγχει το παρελθόν ελέγχει το μέλλον : αυτός που ελέγχει το παρόν ελέγχει το παρελθόν».

Σήμερα, σαρώνονται και εξαφανίζονται τα ίχνη της παρουσίας των Ανατολικών Ελλήνων στους τόπους όπου κατοικούσαν μέχρι πρόσφατα. Δεν βρισκόμαστε αντιμέτωποι μόνο με τον χρόνο, αλλά και με τη θύελλα μιας πολιτισμικής αλλοτρίωσης. Τα εκατομμύρια των νεήλυδων από την Ανατολή κατακυριεύουν τους χώρους και δημιουργούν ένα νέο δομημένο χώρο. Η Δυτική Μικρά Ασία, η Ανατολική Θράκη, η Κωνσταντινούπολη, η Βιθυνία και ο Πόντος σαρώνονται από την ανοικοδόμηση. Μόνο η φτωχή και περιφερειακή Καππαδοκία φαίνεται να αποφεύγει προς το παρόν αυτό που μπορούμε να χαρακτηρίσουμε ως Τρίτη Άλωση.

Ειδικότερα στην Προποντίδα, που για αιώνες ήταν «θάλασσα της Ρωμηοσύνης», αλλά και στη Θράκη, αρχαία κοιτίδα Ελληνισμού, τα ιστορικά δεδομένα παραποιούνται, αλλά και αγνοούνται με τρόπο τερατώδη.

Ο Δήμος του Τεκίρ Νταγκ στην Προποντίδα εξέδωσε πρόσφατα ένα λεύκωμα για να περιγράψει και να διαφημίσει την πόλη του, που δεν είναι άλλη από την αρχαία πόλη της Ραιδεστού, της οποίας το όνομα, όπως και τα ονόματα Βισάνθη, Ρησιστός ή Ροσιστός ή Ροδόστος ή Ροντόστο, πουθενά δεν αναφέρονται. Το λεύκωμα αρχίζει την ανάπτυξη του θέματός του από την προϊστορία. Στη σελίδα 13, μετά από κείμενο μιας σελίδας, αναφέρεται η τουρκική κατάκτηση, χωρίς να έχει γίνει λόγος για Έλληνες, ελληνικό πολιτισμό, ή Βυζάντιο. Ακολουθούν 190 σελίδες και 400 περίπου φωτογραφίες, όπου παρουσιάζονται ιστορικά και τοπογραφικά στοιχεία και προβάλλεται η πόλη. Η Ελλάδα και το Βυζάντιο παντελώς απουσιάζουν. Χωρίς να γίνεται αναφορά σε Έλληνες, ή έστω σε Ρωμηούς, εικονίζεται στη σελίδα 22 ένα παραδοσιακό σπίτι που αναφέρεται ως «σπίτι του Κωνσταντίνου». Στη σελίδα 29 εικονίζονται ρωμαϊκά νομίσματα της γειτονικής Περίνθου. Οι συγγραφείς δεν γνωρίζουν, ή θέλουν να αγνοούν, ότι το Τεκίρ Νταγκ ως αποικία των Σαμίων με το όνομα Βισάνθη και ως τόπος εγκατάστασης των Αθηναίων κληρούχων είχε κόψει ήδη νομίσματα από τον 4ο  πΧ αιώνα. Στη σελίδα 40 υπάρχει μεγάλη φωτογραφία του τεμένους του Ρουστέμ Πασά, κτισμένου το 1537, χωρίς πουθενά να αναφέρεται ότι στον χώρο όπου κτίσθηκε το τέμενος υπήρχε το βυζαντινό κάστρο του Χριστού, έργο του Ιουστινιανού κατά τον 6ο  μΧ αιώνα και, αργότερα, το πάλαι ποτέ πτωχοκομείο του Πανοικτίρμονος, το οποίο ίδρυσε ο Μιχαήλ Ατταλειάτης το 1077. Στις σελίδες 68 έως 74 υπάρχουν παλιές φωτογραφίες των κεντρικών συνοικιών του Τεκίρ Νταγκ με τα παλιά χαρακτηριστικά ξύλινα σπίτια της Προποντίδας, αρκετά από τα οποία σώζονται μέχρι σήμερα. Πουθενά δεν αναφέρεται ότι πρόκειται για τις μέχρι το 1922 κεντρικές συνοικίες της πόλης της Ραιδεστού, στην οποία οι τουρκικές συνοικίες βρισκόταν στην περιφέρεια μακριά από την θάλασσα. Μόνο στη σελίδα 69 σε παλιά φωτογραφία η βυζαντινή εκκλησία της Παναγίας της Ρευματοκρατόρισσας αναφέρεται ως «προτεσταντική εκκλησία»! Η εκκλησία αυτή έχει σήμερα κατεδαφισθεί, στη θέση της υψώνεται η λέσχη των αξιωματικών της φρουράς του Τεκίρ Νταγκ. Στη σελίδα 75 παρουσιάζονται φωτογραφίες από την απελευθέρωση της Ραιδεστού τον Ιούλιο του 1920. Οι Έλληνες χαρακτηρίζονται ως Γιουνάν και εμφανίζονται ως κατακτητές, ώστε οι φωτογραφίες αυτές να ακολουθούνται από φωτογραφίες εορτασμών της επανόδου των Τούρκων. Στη σελίδα 82 παρουσιάζεται παλιά φωτογραφία της κεντρικής παραθαλάσσιας συνοικίας της Παναγίας της Φανερωμένης, η οποία ονομάζεται μαχαλάς Ερτουγκρούλ, όνομα που φέρει σήμερα προς τιμήν του ομώνυμου τούρκου κατακτητή. Ακολουθούν φωτογραφίες με ανάλογη ιστορική αντίληψη, με την εξαίρεση μιας φωτογραφίας στη σελίδα 96, όπου γίνεται αόριστη αναφορά σε Ρωμηούς. Περιττό να σημειώσουμε ότι πουθενά δεν φαίνεται να γίνεται λόγος για το μεγάλο πλήθος των Αρμενίων που ζούσαν στην πόλη της Ραιδεστού από τον 16ο  αιώνα. Όσο για τα λαμπρά εκπαιδευτικά ιδρύματα των Ρωμηών, τα νεοκλασικά πέτρινα κτήριά τους διασώζονται και χρησιμοποιούνται ακόμη ως σχολεία, όμως οι παλιές ελληνικές επιγραφές στα υπέρθυρα έχουν σβηστεί με κτυπήματα με καλέμι.

Αλλά, η οργουελλιανή μεταχείριση της ιστορίας από τους Τούρκους διανοούμενους, πολιτικούς και το τουρκικό κράτος δεν περιορίζεται στα εδάφη τα οποία κατέκτησαν οι Τούρκοι και τα οποία βάσει συνθηκών κατέχουν σήμερα, αλλά απλώνεται και στις γειτονικές χώρες, κατακτήσεις κάποτε της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η Ελληνική Θράκη είναι βέβαια ένας χώρος όπου τρέφονται επιβουλές και καλλιεργούνται διεκδικήσεις. Έτσι, σε τεύχος του προπαγανδιστικού περιοδικού Cornucopia –που εκδίδεται στην Αγγλία– και σε άρθρο για την παρουσία των Τούρκων στη Θράκη αποκαλύπτεται η σύγχρονη τουρκική αντίληψη για την Ελληνική Θράκη. Σε πληθώρα ωραίων και μεγάλων φωτογραφιών δίδεται μία τουρκική-ισλαμική εικόνα της Ελληνικής Θράκης, όπου οι Έλληνες εμφανίζονται σχεδόν ως κατακτητές. Έτσι, φωτογραφίζεται η συνοικία της Μητροπόλεως στο κέντρο της Παλιάς Ξάνθης ως κατοικούμενη από Τούρκους, πράγμα που ποτέ δεν έγινε, αφού οι κεντρικές συνοικίες της Ξάνθης βρισκόταν πάντα υπό τον έλεγχο της ισχυρής ρωμαίικης κοινότητας. Όπως είναι γνωστό, η Ξάνθη και η Ραιδεστός διατήρησαν καθ’ όλη την Τουρκοκρατία την παρουσία των Ρωμηών στις κεντρικές τους συνοικίες και είναι αμφότερες παλιές βυζαντινές πόλεις, όπου διακρίνονται εισέτι στον πολεοδομικό τους σχεδιασμό οι βυζαντινές μυστικές αντιλήψεις για την οργάνωση και την καθαγίαση του χώρου. Ο πληρωμένος Άγγλος δημοσιογράφος ισχυρίζεται εσφαλμένα ότι η σύγχρονη Ξάνθη ιδρύθηκε από τους Τούρκους μπέηδες εμπόρους που εγκατέλειψαν την γειτονική Γενισέα μετά την καταστροφή της, το 1870. Ψευδέστατος και αναιδέστατος είναι αυτός ο ισχυρισμός. Όχι μόνο η ιστορική έρευνα έχει αποδείξει ότι η παρουσία των Ρωμηών στην πόλη της Ξάνθης είναι συνεχής, καθοριστική και αδιάσπαστη3, αλλά και η διατήρηση της Παλιάς Πόλης της Ξάνθης είναι η ζώσα, μόνιμη και σταθερή απόδειξη της ελληνικότητάς της.

Δεν είναι μόνο η Ελληνική Θράκη πεδίο για την κακοποίηση της τοπικής ιστορίας από τους Τούρκους. Όπως διαβάζουμε πρόσφατα στην εφημερίδα Αντιφωνητής, που εκδίδεται στην Κομοτηνή, και η Φιλιππούπολη στη Βόρεια Θράκη, κέντρο Ελληνισμού και ελληνικής παιδείας, έχει επιλεγεί ως πεδίο παραχάραξης της ιστορίας. Συνεργάτης της εφημερίδας βρέθηκε στη Φιλιππούπολη, όπου διάβασε κάποιο άρθρο σε περιοδικό που εκδίδεται στην Τουρκία. Στο άρθρο αυτό δίνεται μία εικόνα της Φιλιππούπολης ως αμιγώς τουρκικής πόλης και της αρχιτεκτονικής της ως αμιγώς τουρκικής, παρόμοιας με αυτή των τουρκικών πόλεων όπως η Προύσσα. Δεν αναφέρεται καν η παρουσία της κυρίαρχης κοινότητας των Ρωμηών, ούτε βέβαια το ότι η πόλη ιδρύθηκε από τους Μακεδόνες Έλληνες. Αγνοείται πλήρως η βουλγαρική παρουσία, αν και η Φιλιππούπολη βρίσκεται σήμερα στη βουλγαρική επικράτεια. Αναφέρονται μόνο οι τρεις λόφοι ως ανοικτό μουσείο τουρκικής αρχιτεκτονικής. Τίποτε για τα λαμπρά ελληνικά εκπαιδευτήρια, τα παρακείμενα στους λόφους της ελληνικότατης Φιλιππούπολης.


1. Αναφερόμαστε στο βιβλίο του Σπύρου Βρυώνη, Ο εκτουρκισμός της Μικράς Ασίας, ΜΙΕΤ, Αθήνα 1998.

2. Αναφερόμαστε στο Ινστιτούτο Ιστορικών Μελετών που ίδρυσε ο Κεμάλ Ατατούρκ και στο βιβλίο του Τουργκούτ Οζάλ Η Τουρκία στην Ευρώπη. Βλέπε και το βιβλίο του Σπύρου Βρυώνη, Το τουρκικό κράτος και η Ιστορία, ΙΜΧΑ, Θεσσαλονίκη 1998.

3. Βλέπε μεταξύ άλλων το πρόσφατο βιβλίο του καθηγητή Φωκίωνα Κοτζαγεώργη Μικρές πόλεις της ελληνικής χερσονήσου κατά την πρώιμη νεότερη εποχή: Η περίπτωση της Ξάνθης (15ος – 17ος αι.), Ιερά Μητρόπολις Ξάνθης και Περιθεωρίου, Ξάνθη 2008.



Παρασκευή 25 Μαΐου 2012

Πολιτιστικό αδιέξοδο και μίμηση πολιτισμού



Το νέο κτήριο της Εθνικής Λυρικής Σκηνής

Βρίσκεται σε ανέγερση νέο μεγάλο λυρικό θέατρο στο Φάληρο. Το υπό ανέγερση κτήριο θα στεγάσει την Εθνική Λυρική Σκηνή και, με άλλα λόγια, θα αποτελέσει την όπερα των Αθηνών. Έτσι η Αθήνα θα αποκτήσει ένα επιβλητικό κτήριο όπερας, όπως κάθε ευρωπαϊκή πρωτεύουσα[1] και δεν θα υστερεί στην τέχνη του μελοδράματος ως προς τις άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Τα αρχιτεκτονικά σχέδια έγιναν από γνωστό ξένο αρχιτέκτονα[2]. Το υπό ανέγερση κτήριο αναμένεται να πλουτίσει το αισθητικό περιβάλλον ολόκληρης της πόλης και να δώσει μία αισθητική ποιότητα ως πυξίδα σε ένα περιβάλλον συνεχώς και βαθμιαίως αποστερούμενο από αισθητικές αξίες. Ο χώρος ανέγερσης παραχωρήθηκε από το ελληνικό κράτος. Η δαπάνη ανέγερσης θα καταβληθεί από το Ίδρυμα Νιάρχου[3]. Το Ίδρυμα αυτό φιλοδοξεί να δώσει ένα σύγχρονο διαρκές παράδειγμα ευεργετισμού[4] σύμφωνα με δοκιμασμένα ιστορικά πρότυπα. Υποθέτουμε ότι οι λειτουργικές δαπάνες της μελλοντικής Εθνικής Λυρικής Σκηνής θα καλύπτονται από το ελληνικό κράτος και δεν θα είναι αμελητέες, αφού θα πρόκειται για μεγάλο, πολυσύνθετο και προφανώς πολυδάπανο οργανισμό και αφού το νέο λυρικό θέατρο υποθέτουμε ότι θα προχωρήσει και σε παραγωγές και σκηνοθεσίες έργων. Το γεγονός χαιρετίζεται ως ένα βήμα προόδου στα πολιτιστικά μας πράγματα.

Η Όπερα

Το λυρικό θέατρο, το μελόδραμα, η λεγόμενη Όπερα, αποτελεί, βέβαια, τη θεατρική όψη της Μουσικής των Δυτικών Ευρωπαίων, αφού είναι θεατρική παράσταση που τραγουδιέται με συνοδεία συμφωνικής ορχήστρας. Η συμφωνική ορχήστρα είναι και αυτή ένα θαυμαστό επίτευγμα συλλογικής πράξης[5] για το οποίο ο δυτικός κόσμος δικαιούται να είναι περήφανος. Η όπερα εμφανίσθηκε στα τέλη του 16ου και στις αρχές του 17ου αιώνα[6] και διαμορφώθηκε κατά τον 18ο αιώνα[7]. Ο 18ος αιώνας είναι ο αιώνας της λογικής, αλλά και, κατά παράδοξο τρόπο, η εποχή που θριαμβεύει η μεγάλη ευρωπαϊκή μουσική. Μουσική αφηρημένη και αντιπεριγραφική, που τείνει μόνιμα στο άπειρο και που αποτελεί χαρακτηριστικό δημιούργημα του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Η μεγάλη εποχή της όπερας φθάνει τον 19ο αιώνα με την κυριαρχία του ρομαντισμού, τον οποίο η αφηρημένη ευρωπαϊκή μουσική εκφράζει με απόλυτο τρόπο[8]. Η σημασία της Μουσικής στην Ευρώπη κατά τον 19ο αιώνα φαίνεται από τον ρόλο που της απέδωσε ο Αρθούρος Σοπενχάουερ[9] στο φιλοσοφικό του σύστημα, όπως και από τη βαρύτητα που της επιφύλαξε ο Φρειδερίκος Νίτσε[10]. Η ευρωπαϊκή μουσική είναι τέχνη ατομοκεντρική και η ανάδειξή της συνδέεται με την εμφάνιση μεγάλων μουσικών δημιουργών. Πρόκειται για την ευρωπαϊκή τέχνη κατ΄ εξοχήν, αυτή που ταιριάζει στη ρομαντική διάθεση και την ασίγαστη ανησυχία της ευρωπαϊκής ψυχής. Το ύφος της μουσικής της Ευρώπης είναι αξεπέραστο και εκφράζει με τον πιο ουσιαστικό τρόπο τις αντιφάσεις της ευρωπαϊκής ψυχής, που συνοψίζονται στη ρομαντική τάση προς το άπειρο και την ορθολογική δράση. Η γοητεία της μουσικής αυτής είναι ακατανίκητη.
Η όπερα απόκτησε κοινωνικές διαστάσεις με την πατρωνία αρχικά των βασιλέων και των ευγενών και την υιοθέτησή της από την ανερχόμενη αστική τάξη τον 19ο αιώνα. Τα λυρικά θέατρα έγιναν τόπος συνάντησης και κοινωνικής προβολής για σημαντικές και εξέχουσες προσωπικότητες. Γι’ αυτό οι αρχιτέκτονες των θεάτρων για όπερα έδωσαν ιδιαίτερη βαρύτητα στους χώρους συνάντησης των θεατών[11].
Παρά την παραγωγή πολλών οπερατικών έργων κατά τον 20ό αιώνα, η όπερα παίρνει σήμερα τη μορφή μιας μουσειακής τέχνης, αφού η κύρια μορφή της είναι πλέον η αναπαραγωγή των μεγάλων έργων του 18ου και 19ου αιώνα. Στις μέρες μας η οικονομική αριστοκρατία αρέσκεται σε χορηγίες προς τις οπερατικές παραγωγές, οι οποίες συνήθως έχουν υπέρογκο κόστος. Η όπερα αποτελούσε την πραγμάτωση του μεγάλου θεάματος πριν την εμφάνιση και την κυριαρχία του κινηματογράφου.


Η Όπερα στην Ελλάδα

Αν εξαιρέσουμε τα νησιά του Ιονίου, η πρώτη παράσταση όπερας στη χώρα μας δόθηκε στην Αθήνα μόλις το 1840, όταν ιταλικός θίασος παρουσίασε την κωμική όπερα του Τζιοακκίνο Ροσσίνι «Ο Κουρέας της Σεβίλλης»[12]. Παραδίδεται ότι ο ενθουσιασμός για την παράσταση ήταν τόσο μεγάλος, ώστε δημιουργήθηκε αμέσως μαύρη αγορά για τα εισιτήρια. Η σύνθεση του πρώτου ελληνικού μελοδράματος έγινε το 1867, ενώ ο πρώτος ελληνικός μουσικός θίασος συγκροτήθηκε το 1888[13]. Το 1898 ο Διονύσιος Λαυράγκας[14] με βάση ομάδα ερασιτεχνών ίδρυσε το «Ελληνικό Μελόδραμα». Το 1933 ο Μανώλης Καλομοίρης[15] πρωτοστάτησε στη δημιουργία του βραχύβιου «Εθνικού Μελοδραματικού Ομίλου». Μόλις το 1939 δημιουρ­γήθηκε η γνωστή «Εθνική Λυρική Σκηνή», η οποία απέκτησε το θέατρό της μετά τον πόλεμο. Η Εθνική Λυρική Σκηνή ανέπτυξε αξιόλογο ρεπερτόριο και δημιούργησε παράδοση. Υπήρξε μάλιστα λίκνο ανάδυσης σπουδαίων καλλιτεχνών όπως η Μαρία Κάλλας[16], ο Κώστας Πασχάλης[17], η Αγνή Μπάλτσα[18] και άλλοι.
Όμως μπορούμε να πούμε ότι παρά την ανάδειξη μεγάλων ελλήνων ερμηνευτών, το λυρικό θέατρο και η μουσική του παραμένουν ξένα προς το ελληνικό κοινό. Ποιός γνωρίζει σήμερα τον Διονύση Λαυράγκα, τον Μανώλη Καλομοίρη ή τον Σπύρο Σαμαρά[19]; και ποιός θα ήταν πρόθυμος να παρακολουθήσει μια από τις όπερές τους; Μάλιστα, η ακρόαση μουσικής πάνω στα βαγκνερικά πρότυπα, που τραγουδιέται ελληνικά, εξακολουθεί να φαίνεται σε όλους μας κάτι το παράδοξο. Η όπερα διαθέτει στην Ελλάδα ένα αφοσιωμένο, αλλά πολύ περιορισμένο κοινό. Όμως, ο μέσος Έλληνας σπάνια παρακολουθεί παραστάσεις όπερας και πηγαίνει εκεί αν είναι υποχρεωμένος να το κάνει και μόνο σε σπάνιες περιπτώσεις. Ωστόσο, η τηλεόραση προβάλλει κατά καιρούς παραγωγές από ένα διεθνές ρεπερτόριο. Αυτό γίνεται μόνο για να εκπληρωθεί κάποιο αόριστο χρέος προς τον πολιτισμό και η ακροαματικότητα τέτοιων προγραμμάτων πρέπει να είναι χαμηλή.
Η όπερα αποτελεί καλλιτεχνική έκφραση του αστικού πολιτισμού των Δυτικών και χαρακτηρίζει τη μεγάλη αστική παράδοσή τους, την οποία εμείς βλέπουμε με δέος και διακαώς επιθυμούμε να μιμηθούμε. Το λυρικό θέατρο είναι καθαρά δυτικοευρωπαϊκή επινόηση και εντάσσεται στη μεγάλη μουσική παράδοση των Δυτικών Ευρωπαίων, η οποία είναι απολύτως διαφορετική από τις δικές μας μουσικές παραδόσεις. Οι μουσικές κλίμακες της κατά παράδοση ελληνικής μουσικής είναι ριζικά διαφορετικές από αυτές της πολυφωνικής ευρωπαϊκής μουσικής. Η ελληνική μουσική βασίζεται και εκδηλώνεται μέσα από τη συλλογικότητα, η μουσική της Ευρώπης εκφράζει το ελεύθερο άτομο και απευθύνεται σε αυτό. Μέσα στον μουσικό πολιτισμό μας διακρίνεται εναργώς η αγαπητική και παραμυθητική διάθεση του ελληνικού κόσμου. Στη Μουσική φαίνεται καθαρά η κρίσιμη και θεμελιώδης διαφορά ανάμεσα στον δυτικό και τον ελληνικό ευρωπαϊκό πολιτισμό.

Το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών

Η νέα Εθνική Λυρική Σκηνή αποτελεί εγχείρημα ανάλογο με αυτό που επιχειρήθηκε το 1991 με την έναρξη της λειτουργίας του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών[20].
Τις δύο τελευταίες δεκαετίες με την ανέγερση και τη λειτουργία του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών παρουσιάσθηκαν στην Αθήνα εξαιρετικά μουσικά συγκροτήματα και διάσημοι καλλιτέχνες από τον ευρωπαϊκό και τον διεθνή μουσικό χώρο. Το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών διαθέτει αίθουσα συναυλιών από τις καλύτερες του κόσμου[21] και σκηνή λυρικού θεάτρου υψηλού τεχνικού επιπέδου. Το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών έφερε πραγματικά την Αθήνα σε στενή επαφή με τα διεθνή μουσικά πράγματα και την ενέταξε στην παγκόσμια μουσική ζωή.
Ωστόσο, παρά τη συνάφεια με τα μουσικά δρώμενα της Δυτικής Ευρώπης και την ανάδειξη Ελλήνων ερμηνευτών παγκόσμιας εμβέλειας και μοναδικής ευαισθησίας, το ελληνικό κοινό παραμένει ξένο προς τη μουσική αυτή. Είναι χαρακτηριστική η αμηχανία του κοινού που ακροάται με ευλάβεια στο Μέγαρο Μουσικής συμφωνική μουσική˙ αμηχανία, που εκδηλώνεται με ξεροβηξήματα και στριφογυρίσματα στα καθίσματα που τρίζουν, ενώ το ίδιο κοινό αρνείται πεισματικά να αποδεχθεί ότι οι συμφωνίες έχουν συνήθως τέσσερα μέρη, σπεύδοντας να χειροκροτήσει, άκαιρα, στις παύσεις τους. Η ίδια η αισθητική του κτηρίου του Μεγάρου Μουσικής δεν θυμίζει ελληνικό περιβάλλον, ενώ η αρχιτεκτονική του είναι διεθνιστική, με τους χώρους να ομοιάζουν με χώρους υποδοχής κάποιου αεροδρομίου σε οποιοδήποτε σημείο της υδρογείου[22].
 Οι παραστάσεις και τα μουσικά γεγονότα στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών φαίνεται να προϋποθέτουν τεράστιο κόστος και να απευθύνονται σε λίγους. Οι δύο συναυλίες που συνήθως δίνει μια ορχήστρα του εξωτερικού που μετακαλείται στην Αθήνα κοστίζουν ένα μεγάλο ποσό, που αντιστοιχεί στις αμοιβές και τα έξοδα ταξιδίου και παραμονής των μουσικών και του προσωπικού της ορχήστρας, που συνήθως ανέρχεται σε πάνω από 200 άτομα. Αντίστοιχα, οι συναυλίες αυτές παρακολουθούνται από λίγες εκατοντάδες άτομα. Κάθε τέτοιο μουσικό γεγονός προϋποθέτει και χορηγίες ώστε να είναι δυνατό να καλυφθούν τα έξοδα. Το Μέγαρο Μουσικής απορροφά έτσι μεγάλο ποσοστό των διαθέσιμων πόρων.
Το Μέγαρο Μουσικής κατηγορείται ότι απομονώνει τον πολιτισμό αποκλειστικά στη σφαίρα του υψηλού και τον παραδίδει έτσι στις ελίτ. Είναι μία μορφή ηγεμονισμού με την οποία οι ελίτ επιβάλλουν τις προτιμήσεις τους ως καθολικές προτιμήσεις. Είναι χαρακτηριστική η αντίδραση του Μάνου Χατζηδάκι κατά τα εγκαίνια του Μεγάρου Μουσικής το 1991, όταν το κατηγόρησε ότι απευθύνεται στην αυταρέσκεια μιας άξεστης και απαίδευτης μεγαλοαστικής τάξης[23].
Οπωσδήποτε, η μορφή της τέχνης που καλλιεργεί το Μέγαρο Μουσικής και το κοινωνικό περιβάλλον του αποκλείουν τη δυνατότητα το να γίνει η μουσική της Δυτικής Ευρώπης τέχνη λαϊκή στην Ελλάδα. Βρισκόμαστε μπροστά σε ανυπέρβλητα ταξικά και ιστορικά εμπόδια προσπαθώντας να ενσωματώσουμε τη δυτική μουσική παράδοση στις ελληνικές παραδόσεις.
Πάνω στα πρότυπα του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών ανεγέρθηκε πριν δέκα χρόνια και το αντίστοιχο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης. Γίνεται μάλιστα συζήτηση για παρόμοια εγχειρήματα σε άλλες επαρχιακές πόλεις.
Θα μπορούσε κανείς να αναφέρει το επιχείρημα ότι το Μέγαρο Μουσικής όπως και η Νέα Λυρική Σκηνή δικαιολογούνται ως στοιχεία σημειολογίας και κύρους απαραίτητα για μια σύγχρονη ευρωπαϊκή μεγάλη πόλη. Ένα τέτοιο επιχείρημα όμως παραβλέπει την ουσία του θέματος και ξεκινά από την αποδοχή όλων των αρνητικών χαρακτηριστικών που ήδη περιγράψαμε.

Μίμηση και αποδοχή

Προσπαθήσαμε να εξηγήσουμε ότι οι πολιτιστικές επιλογές που περιγράψαμε δεν είναι οι μόνες, αλλά ούτε είναι οι καλύτερες που μπορούμε να αναπτύξουμε. Διαθέτουμε μεγάλο παρελθόν πολιτιστικής πρακτικής που μάλιστα έχει δοκιμαστεί σε οικουμενική κλίμακα. Δεν είναι λοιπόν δυνατόν να περιοριζόμαστε σε πολιτιστικές δράσεις οι οποίες είναι τουλάχιστον μιμητικές και δάνεια από ξένες πολιτιστικές παραδόσεις. Παίρνοντας τον δρόμο του δανείου περιορίζουμε τους ορίζοντές μας, ενώ αυτό που θα αναπτύξουμε μετά το δάνειο δύσκολα θα μπορεί να προσεγγίσει το πρωτότυπο. Πάντα θα υπάρχει η πραγματικότητα της ταυτότητάς μας που δεν είναι δυνατόν να ταυτιστεί με την ταυτότητα που θα προσπαθήσουμε να μιμηθούμε. Αν όμως επιλέξουμε κάτι δικό μας ή αν υπερβούμε τη μίμηση, πάντα θα υπάρχει η δυνατότητα να επεξεργαστούμε ακόμη και τα πολιτισμικά δάνεια και να δημιουργήσουμε πολιτισμό. Αυτό, για παράδειγμα, συνέβη με την υιοθέτηση τού από την Ανατολή προερχόμενου Καραγκιόζη[24].
Στο κάτω-κάτω πολιτισμός δεν είναι μόνο αυτό που θέλει να μιμηθεί ό,τι είναι καταξιωμένο, ούτε είναι η απαστράπτουσα εικόνα που απαιτεί ο συρμός. Ο πολιτισμός έχει χαρακτήρα λαϊκό και είναι στενά δεμένος, συνυφασμένος με τον τόπο. Ο πολιτισμός συνθέτει το παραδοσιακό με το σύγχρονο και παράγεται καθημερινά εδώ και τώρα, μέσα από τον τόπο και όχι αλλού.
Η μίμηση του πολιτισμού είναι αιτία και αποτέλεσμα βαθιάς αλλοτρίωσης και δεν σημαίνει παραγωγή πολιτισμού. Οπωσδήποτε, η παραγωγή πολιτισμού απαιτεί μακροχρόνιες διαδικασίες στο λαϊκό επίπεδο, γιατί η παραγωγή πολιτισμού σίγουρα βασίζεται σε ενσυνείδητες λαϊκές μάζες και σε ζωντανή λαϊκή παράδοση και αυτογνωσία. Για ποιά αυτογνωσία και λαϊκή παράδοση όμως να μιλήσουμε, όταν οι τεχνικοί και οι έμποροι της επικοινωνίας θρονιάζονται κάθε απόγευμα μέσα σε κάθε ελληνικό σπίτι χάρη στην οργουελλιανή ελληνική τηλεόραση; Εκεί απαλλοτριώνονται οι υποθήκες της παράδοσης και δημιουργείται η ανάγκη για μίμηση, αλλά και δίνονται τα πρότυπα της μίμησης. Θα ήταν ίσως χρήσιμο να υπενθυμίσουμε ότι οι ΗΠΑ, με πληθυσμό που ανέρχεται στο 5% του παγκόσμιου πληθυσμού, ελέγχουν το 75% των τηλεοπτικών προγραμμάτων.
Ο πολιτισμός σήμερα αφορά στην υψηλή μορφή του αστικά περιβάλλοντα. Σε ανάλογα περιβάλλοντα αναπτύσσεται και ο σημερινός λαϊκός πολιτισμός που είναι η πολιτιστική παραγωγή του μοντερνισμού. Ο κατά παράδοση λαϊκός ελληνικός πολιτισμός συναντάται ακόμη σε περιβάλλοντα της συρρικνούμενης σύγχρονης αγροτικής Ελλάδας. Ο σημερινός λαϊκός πολιτισμός είναι αντικείμενο χειραγώγησης και εκμετάλλευσης από τη βιομηχανία της μαζικής διασκέδασης που αναπτύσσεται σε αστικά περιβάλλοντα και διαδίδεται κυρίως μέσω της τηλεόρασης. Η λεγόμενη βιομηχανία του πολιτισμού παράγει αγαθά τα οποία ανταποκρίνονται στις ανάγκες της σύγχρονης μαζικής κατανάλωσης, η οποία βέβαια απαξιώνει τις αξίες της τέχνης και την κριτική ικανότητα των καταναλωτών. Πρόκειται για τον μαζικό πολιτισμό όπου ο καταναλωτής υποτίθεται ότι είναι κυρίαρχος, αλλά στην πραγματικότητα οι προτιμήσεις του έχουν διαμορφωθεί από τις σκοπιμότητες της αγοράς της οποίας δημιούργημα είναι η βιομηχανία του πολιτισμού. Αν για τον Καντ (1790) η τέχνη αποτελούσε μια «σκοπιμότητα χωρίς σκοπό», σήμερα για τη βιομηχανία του πολιτισμού η τέχνη αποτελεί «σκοπιμότητα για τους σκοπούς που επιδιώκουν οι αγορές»[25].
Οπωσδήποτε, οι επιλογές που έχουμε, αν εμπιστευθούμε τις δικές μας δυνάμεις, βασίζονται πάνω στον συσσωρευμένο πολιτιστικό πλούτο που διαθέτουμε και τον οποίο μπορούμε να εκμεταλλευθούμε και να αναπτύξουμε με πολύ ευνοϊκότερους όρους και δυνατότητες επιτυχίας από τα οποιαδήποτε πολιτιστικά δάνεια. Για παράδειγμα, μπορούμε να αναλύσουμε ποιές δυνατότητες μας προσφέρουν η καλλιέργεια και η μελέτη του αρχαίου δράματος ή η στήριξη του κατά παράδοση λαϊκού πολιτισμού μας.

H αρχαία τραγωδία και η σχέση μας με τον ελληνικό κόσμο της κλασσικής αρχαιότητας

Ένα από τα μεγάλα ζητήματα τα οποία βρίσκονται μπροστά στη σύγχρονη Ελλάδα είναι η σχέση της με τον κλασσικό κόσμο και τον πολιτισμό του. Πρόκειται με άλλα λόγια για το πρόβλημα της συνέχειας της ελληνικής ιστορίας και για πρόβλημα θεμελιώδες στη συγκρότηση της σύγχρονης ελληνικής ταυτότητας. Αλλά και με όρους διεθνούς προβολής της χώρας και συγκεκριμένης εικόνας και συνολικής πολιτισμικής ταυτότητας των πολιτών της είναι απαραίτητο να επιχειρήσουμε μια επανασύνδεση με τον αρχαίο ελληνικό κόσμο. Ο ευεργετισμός και η διάθεση προσφοράς του Ιδρύματος Νιάρχου ήταν μια μοναδική ευκαιρία για τη δημιουργία ενός ιδρύματος έρευνας του αρχαίου κόσμου και επανασύνδεσής του με τον σύγχρονο Ελληνισμό. Η ερμηνεία του αρχαίου δράματος και η παραγωγή παραστάσεων της αρχαίας τραγωδίας είναι ένα πολιτιστικό πεδίο που παρά τις προσπάθειες και τις επιτυχίες των προηγούμενων δεκαετιών παρουσιάζει έλλειμμα. Έχουμε όμως τις βάσεις και την εμπειρία για ένα τέτοιο εγχείρημα. Πρόσθετα, οι ξένοι μας αναγνωρίζουν τα πρωτεία και την ικανότητα να είμαστε εμείς αυτοί που θα ερμηνεύσουν και θα παρουσιάσουν το αρχαίο δράμα στον σύγχρονο κόσμο. Αλλά και ο τεράστιος αρχαιολογικός πλούτος και τα αναρίθμητα αρχαία θέατρα του ελληνικού χώρου αποτελούν μοναδικά πλεονεκτήματα για παραστάσεις αρχαίου δράματος.
Μία πολιτιστική δράση στην κλίμακα που φιλοδοξεί να επιχειρήσει το Ίδρυμα Νιάρχου θα μπορούσε λοιπόν να είναι η δημιουργία ενός κέντρου κλασσικών σπουδών με κύριο αντικείμενο τη διδασκαλία και την οργάνωση παραστάσεων αρχαίου δράματος. Τέτοιες εκδηλώσεις, εκτός από την βελτίωση της εικόνας της χώρας, αναβαθμίζουν το τουριστικό περιβάλλον και εμπλουτίζουν τις τουριστικές δραστηριότητες με καταξιωμένα πολιτιστικά στοιχεία.

Η κατάρρευση του παραδοσιακού μας πολιτισμού

Υπάρχουν ποικίλες πολιτιστικές επιλογές, όταν ξεφύγουμε από την αντίληψη που παραχωρεί την πρωτοκαθεδρία σε αυτό που είναι ξενόφερτο και αγνοεί παντελώς πράγματα δικά μας, που χάνονται και διαλύονται μέσα στη γενική αδιαφορία και απαξίωση. Αναφερόμαστε στον λαϊκό πολιτισμό που αναπτύξαμε τον 16ο μέχρι τον 20ό αιώνα και ο οποίος χαρακτηρίζει την αναγέννηση του Ελληνισμού. Με λίγες εξαιρέσεις τα ελληνικά κέντρα στη Μακεδονία, την Ήπειρο, τη Θεσσαλία και το Αιγαίο διαλύονται και γίνονται σκόνη. Δεν θέλουμε να πούμε ότι μπορούμε να κρατήσουμε ζωντανή την καλλιτεχνική και την ιστορική παρουσία του κατά παράδοση ελληνικού πολιτισμού, όπως αυτός διαμορφώνεται μετά την αναγέννηση του Ελληνισμού τον 18ο αιώνα. Ωστόσο, και η αντίληψη ότι ο κατά παράδοση ελληνικός πολιτισμός είναι ιστορικά ξεπερασμένος, φαίνεται ότι συνετέλεσε στην καταστροφή του[26]. Έτσι, τα ίχνη και τα επιτεύγματα του λαϊκού μας πολιτισμού καταστρέφονται και εξαφανίζονται, όπως, για παράδειγμα, συμβαίνει σήμερα με τα κορυφαία δείγματα της λαϊκής μας αρχιτεκτονικής: το σπίτι του Ροδάκη[27] στον Μεσαγρό της Αίγινας και το σπίτι του Κισκήρα[28] στο χωριό Λαγκάδα της Μεσσηνιακής Μάνης. Αμφότερα τα σπίτια αυτά βρίσκονται υπό κατάρρευση και η σωτηρία τους απαιτεί χρήματα που συγκρίνονται με αυτά που χρειάζονται για μια συνηθισμένη συναυλία συμφωνικής ορχήστρας, αλλά και πολύ λιγότερα απ΄ όσα απαιτεί το ανέβασμα μιας όπερας.
Η ενίσχυση και η στήριξη του παραδοσιακού μας λαϊκού πολιτισμού μπορεί να επιτύχει και υπολογίσιμα οικονομικά αποτελέσματα.

Πολιτιστικό αδιέξοδο

Ας μας επιτραπεί να συγκρίνουμε τις πολιτιστικές μας επιλογές με τις αντίστοιχες δραστηριότητες μιας άλλης χώρας. Θα επιλέξουμε γι΄ αυτό μία ευρωπαϊκή χώρα, την Αυστρία και θα αναφερθούμε στον ρόλο που παίζει η μουσική Βιέννη και πως αυτός προβάλλεται στο παγκόσμιο κοινό. Η Βιέννη διαθέτει βέβαια τον πολιτισμικό πλούτο που κέρδισε παραμένοντας για μακρύ διάστημα το κέντρο της ευρωπαϊκής μουσικής. Η προβολή που γίνεται αποβλέπει σε άμεσα πολιτιστικά και οικονομικά αποτελέσματα και στην παρουσίαση της Αυστρίας στο παγκόσμιο κοινό, πράγμα που αποτελεί και επιλογή τουριστικής πολιτικής.
Η Φιλαρμονική Ορχήστρα της Βιέννης, εκτός από τις περιοδείες που πραγματοποιεί, εμφανίζεται κάθε Πρωτοχρονιά σε παγκόσμιο κοινό μέσω της τηλεόρασης. Την πρωτοχρονιάτικη συναυλία της Φιλαρμονικής της Βιέννης πλαισιώνουν και άλλοι καλλιτεχνικοί φορείς από αυτούς που διαθέτει η Αυστρία. Φέτος για παράδειγμα, η πρωτοχρονιάτικη συναυλία της Φιλαρμονικής Ορχήστρας της Βιέννης πλαισιώθηκε από την Παιδική Χορωδία της Βιέννης. Αυτή η χώρα πολύ σωστά καλλιεργεί και  προβάλλει αυτά που διαθέτει και που είναι καταξιωμένα. Υπάρχει κάτι αντίστοιχο που μπορεί να προβάλει και να εκμεταλλευθεί ανάλογα η χώρα μας; Όπως αναλύσαμε προηγουμένως  διαθέτουμε πολλά που θα άξιζαν να εμφανίζονται ανάλογα και όπως γίνεται με την μουσική της Βιέννης. Ωστόσο, αδιαφορούμε και προσπαθούμε να τα υποκαταστήσουμε με πολιτιστικά δάνεια τα οποία δεν μπορούμε να αναπτύξουμε.
Οι πολιτιστικές μας επιλογές κατοπτρίζουν το πολιτιστικό αδιέξοδο που μας κυνηγά από την ίδρυση του νέου ελληνικού κράτους. Η επιλογή του πολιτιστικού χώρου που θα τύχει κυβερνητικής μέριμνας και ανάλογης οικονομικής στήριξης χαρακτηρίζεται από άγνοια, αμηχανία, έλλειψη φαντασίας και τελικά πολιτιστική ένδεια που οδηγεί στη μίμηση. Επιλογές, όπως αυτή που προσπαθήσαμε να περιγράψουμε, μαρτυρούν το αδιέξοδο και την αδυναμία συναίνεσης πάνω σε ουσιαστικά θέματα.


[1]     Σε κεντρική θέση κάθε ευρωπαϊκής πρωτεύουσας, αλλά και κάθε μεγάλης και γνωστής πόλης υπάρχει χαρακτηριστικό θέατρο όπερας, με κορυφαίο παράδειγμα αυτό των Παρισίων, κτισμένο το 1875 από τον αρχιτέκτονα Charles Garnier (1835 – 1898). Ανάλογα κτήρια υπάρχουν και σε χώρες εκτός ευρωπαϊκής ηπείρου, οι οποίες έχουν αναπτυχθεί με βάση τον ευρωπαϊκό πολιτισμό, όπως π.χ. οι ΗΠΑ και η Αυστραλία. Αλλά και σε χώρες, όπου η ευρωπαϊκή επίδραση ήταν ή είναι ακόμη ισχυρή, υπάρχουν ανάλογα λυρικά θέατρα, όπως π.χ. στην Αίγυπτο και τη Βραζιλία.
[2]     Είναι ο Renzo Piano, δημιουργός μεταξύ άλλων και του κτηρίου του Πολιτιστικού Κέντρου George Pombidou στο Παρίσι.
[3]     Σύμφωνα με την ανακοίνωση του Ιδρύματος Νιάρχου το όραμα του στοχεύει στη γνωριμία ενός ευρύτερου, σύγχρονου, κοινού με την όπερα και τη λυρική τέχνη εν γένει λαμβάνοντας υπόψη τις σημερινές ανάγκες για ολοκληρωμένες καλλιτεχνικές εμπειρίες μέσω παραστάσεων που ανταποκρίνονται στα διεθνή πρότυπα αρτιότητας.
[4]     Μαζί με το νέο λυρικό θέατρο ανεγείρεται και μία εθνική βιβλιοθήκη που θα ικανοποιεί τις σύγχρονες ανάγκες, αφού οι εγκαταστάσεις της Εθνικής Βιβλιοθήκης στο κέντρο των Αθηνών είναι πια ανεπαρκείς.
[5]     Paul Bernner: Η ορχήστρα. ‘Eνα χρονικό της ανθρώπινης συλλογικότητας. Νεφέλη 1989.
[6]      Οι απαρχές της όπερας βρίσκονται στην Ιταλία απ΄ όπου διαδόθηκε στη Γαλλική Αυλή, όπου σε επίσημες περιστάσεις και επετείους δημιουργούσε ατμόσφαιρα μεγαλείου και υποστήριζε τις εκδηλώσεις.
[7]     Με κορύφωση τα περίλαμπρα έργα του Μότσαρτ.
[8]     Όπως πραγματώνεται με το μουσικό δράμα του Ριχάρδου Βάγκνερ.
[9]     Στο φιλοσοφικό του σύστημα ο Αρθούρος Σοπενχάουερ αντιλαμβάνεται τη Μουσική σαν κάτι ανεξάρ­τητο από τον κόσμο των παραστάσεων και των φαινομένων. Κατά τον Σοπενχάουερ το όντως ον είναι η παγκόσμια Βούληση, της οποίας αντικειμενοποίηση αποτελεί η Μουσική. Οι τέχνες αντικειμε­νοποιούν τη Βούληση μόνο έμμεσα. Η Μουσική είναι αυτή που αντικειμενοποιεί ολόκληρη τη Βούληση άμεσα. Η Μουσική είναι ανεξάρτητη από τον κόσμο των φαινομένων και, κατά παράδοξο τρόπο, θα μπορούσε, σύμφωνα με τον Σοπενχάουερ, να υπάρχει και αν ακόμη δεν υπήρχε ο κόσμος, πράγμα που δεν συμβαίνει με τις άλλες τέχνες.
[10]       Προσήλωση και η εμμονή του Νίτσε στη Μουσική είναι χαρακτηριστικές και υπογραμμίζουν την ιδιαίτερη σημασία που αποδίδουν στη Μουσική οι Δυτικοί Ευρωπαίοι.
[11]    Συχνά αυτό γίνεται σε βάρος της λειτουργικότητας του θεάτρου. Οι χώροι υποδοχής και οι κοινόχρηστοι χώροι αποκτούν διαστάσεις οι οποίες αποστερούν τα αμφιθέατρα και τους εξώστες από ζωτικό χώρο. Συμβαίνει συχνά ο θεατής, αφού διέλθει από μεγαλειώδεις άνετες πύλες, εισόδους και κλιμακοστάσια να βρεθεί σε ένα στριμωγμένο, μίζερο κάθισμα χωρίς ορατότητα.
[12]    Διάσημο έργο του 1816, το οποίο παίζεται συχνά και σήμερα.
[13]    Επιχείρησε μάλιστα μεγάλη καλλιτεχνική περιοδεία στην Αίγυπτο, στην Εγγύς Ανατολή, στη Γαλλία και στη Ρουμανία.
[14]    Διονύσης Λαυράγκας (1864-1941). Γεννήθηκε στην Κεφαλλονιά και έκανε καριέρα στο εξωτερικό προτού εγκατασταθεί στην Αθήνα και να συνθέσει τις όπερές του, που για κάποιο διάστημα ανέβαζε η Λυρική Σκηνή.
[15]    Μανώλης Καλομοίρης (1883-1962). Γεννήθηκε στη Σμύρνη και σπούδασε στη Βιέννη σε βαγκνερικό περιβάλλον, το οποίο επηρέασε τις όπερές του.
[16]    Μαρία Κάλλας (1923-1977). Διάσημη και πολύ σημαντική υψίφωνος η οποία ανανέωσε στην ρομαντική όπερα του 19ου αιώνα και έφερε πολλά έργα ξανά στην επικαιρότητα. Ο δραματικός τόνος της φωνητικής και της σκηνικής παρουσίας της παραμένει αξεπέραστος.
[17]    Κώστας Πασχάλης (1929-2007). Στιβαρός βαρύτονος με εξαιρετική σκηνική παρουσία.
[18]    Αγνή Μπάλτσα (1944). Μεσόφωνος με διεθνή καριέρα.
[19]    Σπύρος Σαμαράς (1861-1917). Γεννήθηκε στην Κέρκυρα και υπήρξε ο διασημότερος εκπρόσωπος της λεγόμενης Επτανησιακής Σχολής. Συνέθεσε όπερες που παρουσιάσθηκαν σε λυρικά θέατρα της Ευρώπης.
[20]       Δημιουργήθηκε από τον σύλλογο «Οι Φίλοι της Μουσικής» και σύμφωνα με τους ιδρυτές του αποτελεί ένα ολοκληρωμένο πολυδύναμο πολιτιστικό κέντρο υψηλών προδιαγραφών και πυρήνα πολιτισμού με βασικούς άξονες προγραμματισμού την τέχνη και την εκπαίδευση.
[21]    Την αίθουσα «Φίλων της Μουσικής» που εγκαινιάσθηκε το 1991.
[22]    Τέτοια περιβάλλοντα περιγράφονται από τον ανθρωπολόγο Marc Augé ως «μη-τόποι» και ως περιβάλλοντα απλής διαδικαστικής λειτουργικότητας, που δεν είναι δυνατό να αποκτήσουν ιδιαίτερο αισθητικό χαρακτήρα. (Marc Augé: Non places. An introduction to an anthropology of super modernity, Verso, London 2000).
[23]    Σύμφωνα με τις εφημερίδες της εποχής.
[24]    Γιάννης Κιουρτσάκης: Καρναβάλι και Καραγκιόζης, Κέδρος, Αθήνα 1999
[25]    Σύμφωνα με τις αναλύσεις των Horkheimer και Adorno (David Macey: The Penguin Dictionary of Critical Theory, Penguin, London 2003, σελ.79).
[26]    Αλλά και η παραγωγή πολιτισμού που μας διακρίνει, όπως η ποίηση και η ζωγραφική, αφήνονται στην τύχη τους και οι διαθέσιμοι πόροι κατευθύνονται αλλού.
[27]    Κτίσθηκε το 1880 από τον ίδιο τον οικοδόμο και μάστορα Αλέκο Ροδάκη και αποτελείται από αριθμό κτισμάτων. Πλουσιότατη είναι η διακόσμησή του με λαϊκά λιθανάγλυφα. Βλέπε:  Klaus Vrieslander - Τζούλιο Καΐμη: Το σπίτι του Ροδάκη στην Αίγινα, Ακρίτας, Αθήνα.
[28]     Κτίσθηκε το 1876 από τον μάστορα Νίκο Κισκήρα και είναι τριώροφο κτίσμα με εξαιρετική κατεργασία της ισοδομικής τοπικής πέτρας. Γεμάτο είναι και το σπίτι αυτό με εξαιρετική λιθανάγλυφη διακόσμηση. Βλέπε και Π. Βρούχα: Η οικία Κισκήρα στη Λαγκάδα της Μεσσηνιακής Μάνης, στο Επώνυμα αρχοντικά των χρόνων της Τουρκοκρατίας, ΕΜΠ, Αθήνα 1986.